scientific and technical | |
fin. econ. R&D. | επιστημονικός,-ή,-ό και τεχνικός,-ή,-ό |
exploitation | |
agric. | Συνολική θήρευση |
plan | |
commun. | σχέδιο εργασίας |
econ. | χάρτης |
environ. | σχέδιο; σχεδιάγραμμα; σχέδιο/σχεδιάγραμμα |
IT dat.proc. | σχέδιο |
life.sc. transp. | πορτολάνος |
| |||
επιστημονικός,-ή,-ό και τεχνικός,-ή,-ό | |||
English thesaurus | |||
| |||
S&T |