remote control | |
gen. | τηλεχειριστήριο |
commun. | έλεγχος από απόσταση; χειρισμός από απόσταση; τηλεκατευθυνόμενο σύστημα |
commun. transp. | έλεγχος εξ αποστάσεως; τηλεχειρισμός; χειρισμός εξ αποστάσεως |
comp., MS | απομακρυσμένος έλεγχος |
mech.eng. | τηλέλεγχος; τηλεμέτρηση σε απόσταση |
installation | |
comp., MS | εγκατάσταση |
remote control: 57 phrases in 11 subjects |
Chemistry | 1 |
Communications | 22 |
Electronics | 10 |
Forestry | 1 |
General | 2 |
Industry | 2 |
Information technology | 4 |
Mechanic engineering | 5 |
Microsoft | 3 |
Technology | 1 |
Transport | 6 |