![]() |
rated | |
IT el. | ονομαστικός; διαβαθμισμένος |
rates | |
fin. | δημοτική φορολογία επί ακινήτων |
rating | |
comp., MS | χαρακτηρισμός |
lab.law. | βαθμολόγηση; εκτίμηση |
law transp. | προσόν |
mech.eng. el. | ονομαστικά μεγέθη |
transp. | ικανότητα; ναύτης |
Capacity | |
comp., MS | Δυνατότητα |
| |||
χαρακτηρισμός (An assessment of music or video content on a scale that corresponds to the user's opinion of the content); αξιολόγηση (An evaluation of the relationship between a business and an account or a business contact (for example, good, great, average). Part of the account financial information) | |||
βαθμονόμηση; ονομαστική κατάταξη | |||
απόδοση; οριακή συνθήκη | |||
κατώτερος ναυτικός' ναύτης | |||
αξιολόγηση κινδύνου ομολογίας; πιστoληπτική κατάταξη | |||
διαβάθμιση; κατάταξη | |||
βαθμολόγηση; εκτίμηση | |||
προσόν | |||
ονομαστική ισχύς | |||
ονομαστικά μεγέθη | |||
ικανότητα; ναύτης | |||
κατώτερος ναυτικός | |||
| |||
αποτιμώ; δείκτης | |||
| |||
δημοτική φορολογία επί ακινήτων | |||
| |||
ονομαστικός; διαβαθμισμένος | |||
English thesaurus | |||
| |||
rtd (igisheva) | |||
rat |
rated: 451 phrases in 36 subjects |