push-pull | |
el. | συμμετρική ενίσχυση |
Operation | |
el. | λειτουργία |
operation | |
comp., MS | λειτουργία |
econ. | απασχόληση |
el. | διαδικασία χειρισμού; χειρισμός |
lab.law. | επιχείρηση |
| |||
συμμετρική ενίσχυση | |||
κινητήρας ελκτικο-ωστικής διάταξης; με ένα ωστικό και ένα ελκτικό κινητήρα; με ελκτικο-ωστική διάταξη κινητήρων |
push-pull: 50 phrases in 13 subjects |