prothrombin | |
med. | προθρομβίνη; θρομβογόνο; παράγοντας II |
Time | |
comp., MS | χρόνος |
time | |
gen. | χρονομετρώ; χρόνος |
comp., MS | ώρα |
environ. | χρόνος/καιρός/ώρα/φορά/χρονικό διάστημα |
timing | |
fin. | επιλογή της κατάλληλης χρονικής στιγμής; επιλογή χρονικού σημείου επέμβασης |
| |||
προθρομβίνη; θρομβογόνο; παράγοντας II | |||
English thesaurus | |||
| |||
prothrom |
prothrombin: 7 phrases in 1 subject |
Medical | 7 |