ultrasonic | |
earth.sc. environ. | υπερακουστικός |
laser | |
commun. phys.sc. el. | μέιζερ; μικροκυματική ενίσχυση με εξαναγκασμένη εκπομπή ακτινοβολίας; παραμαγνητικός ενισχυτής |
environ. | λέιζερ |
med. | λέιζερ |
pharma. transp. environ. | λέιζερ |
English thesaurus | |||
| |||
psec | |||
ps |