passenger seat | |
transp. | κάθισμα επιβάτη |
Capacity | |
comp., MS | Δυνατότητα |
capacity | |
comp., MS | χωρητικότητα |
forestr. | απόδοση |
mech.eng. | όγκος εμβολισμού κυλίνδρου; κυβισμός κινητήρα; κυλινδρισμός; χωρητικότητα κυλίνδρου |
med. | χωρητικότητα |
| |||
κάθισμα επιβάτη | |||
θέση επιβάτη |
passenger seats: 11 phrases in 2 subjects |
Statistics | 2 |
Transport | 9 |