loudness | |
el. | ρύθμιση ακουστότητας |
environ. | ένταση; ένταση |
rating | |
fin. | αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας; βαθμός από άποψη φερεγγυότητας; διαβάθμιση από άποψη φερεγγυότητας |
ratings | |
social.sc. transp. mater.sc. | ονομαστικές επιδόσεις |
| |||
ρύθμιση ακουστότητας | |||
ένταση ήχου | |||
ακουστότητα; ένταση | |||
| |||
ένταση |
loudness: 27 phrases in 6 subjects |
Communications | 6 |
Earth sciences | 8 |
Electronics | 4 |
General | 2 |
Health care | 6 |
Technology | 1 |