Community | |
comp., MS | Κοινότητα |
community | |
comp., MS | κοινότητα |
environ. | Κοινότητα |
health. | κοινότης |
life.sc. environ. nat.res. | οικολογική κοινότητα; βιοκοινότητα; βιοκοινωνία; βιολογική κοινωνία; βιοτική κοινότητα; κοινότητα ειδών |
surveillance | |
econ. | προφυλάκιση |
English thesaurus | |||
| |||
International Travel by Selected Foreign Officials |
intra: 217 phrases in 28 subjects |