DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
finite sampling correction
math. πεπερασμένη διόρθωση πληθυσμών
stat. πεπερασμένος πολλαπλασιαστής; πεπερασμένη διόρθωση δειγματοληψίας
stat., scient. διόρθωση πεπερασμένου πληθυσμού