family | |
gen. | ομάδα στοιχείων |
el. | οικογένεια διατάξεων; σειρά στοιχείων; οικογένεια ολοκληρωμένων κυκλωμάτων |
environ. | οικογένεια |
life.sc. nat.res. | οικογένεια |
med. | οικογένεια; γένος |
support services | |
market. | υποστήριξη του δικαιοδόχου |
| |||
ομάδα στοιχείων | |||
οικογένεια διατάξεων; σειρά στοιχείων; οικογένεια ολοκληρωμένων κυκλωμάτων | |||
οικογένεια (familia) | |||
οικογένεια; γένος | |||
οικογένεια χαρακτηριστικών | |||
| |||
οικογένεια | |||
English thesaurus | |||
| |||
fam | |||
f | |||
| |||
Father And Mother I Love You |
family: 534 phrases in 41 subjects |