failsoft | |
commun. IT | μετάπτωση λειτουργίας |
System | |
comp., MS | Σύστημα |
system | |
gen. | πλήρες ηλεκτρικό σύστημα ελέγχου |
comp., MS | σύστημα |
earth.sc. mech.eng. | θερμοδυναμικό σύστημα |
el. | ηλεκτρικό δίκτυο |
industr. | δίκτυο; σύμπλεγμα |
| |||
μετάπτωση λειτουργίας | |||
σε υπολειτουργία; υπολειτουργών |
failsoft: 3 phrases in 1 subject |
Communications | 3 |