exposure | |
agric. tech. | Τοποθέτηση |
arts. phys.sc. | εικόνα |
el. | γειτνίαση |
environ. | Έκθεση; έκθεση |
health. | έκθεσις; επίδειξις; ποσότης εκθέσεως |
life.sc. | προσβολή |
indexing | |
fin. | ίντεξινγκ |
| |||
Τοποθέτηση | |||
εικόνα | |||
γειτνίαση | |||
Έκθεση | |||
άνοιγμα; ανάληψη κινδύνων | |||
έκθεσις; επίδειξις; ποσότης εκθέσεως | |||
προσβολή | |||
έκθεση; χρονική διάρκεια της έκθεσης; έκθεση σε ακτινοβολία | |||
| |||
έκθεση | |||
English thesaurus | |||
| |||
exp | |||
expos. | |||
The potential loss to an area due to the occurrence of an adverse event | |||
ex; expsr |
exposure index: 1 phrase in 1 subject |
Health care | 1 |