| |||
Eκτελεστικός Διευθυντής; διευθύνων σύμβουλος; εντεταλμένος σύμβουλος | |||
| |||
Εκτελεστικός Διευθυντής | |||
εκτελεστικός διευθυντής | |||
γενικός διευθυντής | |||
| |||
εκτελεστικός διευθυντής του ευρωπαϊκού οργανισμού περιβάλλοντος | |||
| |||
εκτελεστικός διευθυντής του εκτελεστικού συμβουλίου του Κοινού Ταμείου Βασικών Προϊόντων | |||
English thesaurus | |||
| |||
board member (4uzhoj) | |||
| |||
Exec Dir; ED |
executive director: 9 phrases in 3 subjects |
Finances | 3 |
Law | 5 |
United Nations | 1 |