department | |
gen. | τμήμα |
cultur. commun. scient. | τμήμα βιβλιοθήκης |
econ. | διαμέρισμα |
ed. | τμήμα σπουδών |
of | |
gen. | από |
environmental management | |
environ. | διαχείριση του περιβάλλοντος; περιβαλλοντική διαχείρηση; περιβαλλοντική διαχείριση; περιβαλλοντική διαχείριση |
| |||
τμήμα | |||
τμήμα βιβλιοθήκης | |||
τμήμα σπουδών | |||
Νομός | |||
| |||
διαμέρισμα | |||
English thesaurus | |||
| |||
dep; dpt | |||
| |||
Dep't |
department of: 120 phrases in 21 subjects |