tank | |
gen. | δεξαμενή; άρμα μάχης; τανκς |
agric. | ντεπόζιτο; δεξαμενή οινοποίησης; δοχείο οινοποίησης |
econ. stat. el. | γυάλα |
industr. construct. met. | φούρνος με λεκάνη; λεκάνη φούρνου |
med. | πνεύμονας από ατσάλι |
English thesaurus | |||
| |||
CO (Alex Lilo) |
cargo: 291 phrases in 22 subjects |