air conditioned | |
agric. | κλιματιζόμενος |
air conditioning | |
econ. | κλιματισμός |
environ. | κλιματισμός |
tech. | θέρμανση-αερισμός και κλιματισμός |
transp. | κλιματισμός αέρα |
tractor cab | |
transp. agric. | καμπίνα ελκυστήρα |
| |||
κλιματισμός | |||
θέρμανση-αερισμός και κλιματισμός | |||
κλιματισμός αέρα | |||
| |||
κλιματισμός | |||
| |||
κλιματιζόμενος | |||
| |||
κλιματισμός |
air-conditioned: 65 phrases in 15 subjects |