Pacific | |
environ. | Ειρηνικός |
specification | |
gen. | προσδιορισμός προδιαγραφών; καθορισμός |
econ. account. | ειδικότητα; ειδικότητα των πιστώσεων |
med. | προδιαγραφή |
specifications | |
gen. | συγγραφή υποχρεώσεων |
number | |
med. | αριθμός; νούμερο; ψηφίο |
| |||
Ειρηνικός | |||
English thesaurus | |||
| |||
Pac.; Pacif | |||
preplanned reconnaissance | |||
P |