letter | |
commun. | επιστολή; υπηρεσιακή αλληλογραφία για συγκεκριμένη χρήση |
comp., MS | επιστολή |
IT tech. | γράμμα |
lettering | |
commun. industr. | ατέρμον κείμενο |
| |||
επιστολή; υπηρεσιακή αλληλογραφία για συγκεκριμένη χρήση | |||
επιστολή (An activity that tracks the delivery of a letter. The activity can contain the electronic copy of the letter) | |||
γράμμα | |||
| |||
ατέρμον κείμενο | |||
μεσοδιάστημα χαρακτήρων | |||
English thesaurus | |||
| |||
.let (file name extension) | |||
| |||
let; ltr |
Letter: 283 phrases in 34 subjects |