Quadrant | |
commun. IT | κουάντραντ |
quadrant | |
mech.eng. | τεταρτοκύκλιο χειριστηρίων ελέγχου ισχύος; τεταρτοκύκλιο με τις μανέτες |
med. | τεταρτοκύκλιο |
nat.sc. transp. | πλωτικός τετράς; τετράς |
scient. | κυκλικό τμήμα καθοδήγησης; κυκλικός τομέας καθοδήγησης; τόξο καθοδήγησης |
transp. | τόξο πηδαλίου |
converter | |
gen. | μετατροπέας |
English thesaurus | |
all-wheel drive (MichaelBurov); four-wheeled drive (MichaelBurov); full 4x4 operation (MichaelBurov); four by four (MichaelBurov); four-by-four (MichaelBurov) | |
hard (rewision) |
4: 633 phrases in 30 subjects |