DictionaryForumContacts

   English Greek
Google | Forvo | +

to phrases
wash out
el. μείωση του κοντράστ
life.sc. έκπλυσις εδαφικού υλικού; διάβρωση από νερά πλημμύρας; έκπλυση; έκπλυσις; διάβρωση από νερά βροχής
transp., avia. αρνητική συστροφή ακροπτερυγίου; εξόξυνση; συστροφή ακροπτερυγίου μειωτική της γωνίας προσβολής
wash-out
gen. Κατακρήμνιση ατμοσφαιρικών ρύπων λόγω βροχής
earth.sc., transp. αρνητική συστροφή; εξόξυνση
environ. ατμοσφαιρική διαύγαση; έκπλυση
transp., avia. συστροφή πτέρυγας
washing out
industr., construct. υγρό δεκάτισμα
wash-out: 10 phrases in 3 subjects
Construction1
General1
Information technology8