Greek | English |
άμμος ανθεκτική σε υψηλές θερμοκρασίες | fire sand |
έγκλεισμα σκουριάς σε συνεχή γραμμή | slag line |
έγχυση με πίεση σε καλούπια | high pressure die casting |
έγχυση με πίεση σε καλούπια | die casting |
έλεγχος σε λυγισμό | compression member test |
έλεγχος σε λυγισμό | column test |
έναυση άνθρακα σε μετατροπέα | full flame converter blow |
ακαμψία σε πτύχωση | dimple stiffness |
ακτινοβολίες που μπορούν να οδηγήσουν σε μετασχηματισμούς φάσεων και σε ευθραυστοποιήσεις | radiations liable to cause a phase change and embrittlement |
ανάπτυξη του ωστενιτικού κόκκου η οποία καταλήγει σε μια δομή υπερθέρμανσης | austenite grain growth, terminating in an overheated structure |
αναγωγή ιόντων σιδήρουΙΙΙσε ιόντα σιδήρουΙΙ | reduction of the ferric ions to ferrous ions |
ανακατανομή των τάσεων που οφείλονται σε ερπυσμό σε στατικά αόριστες κατασκευές | redistribution of stress due to creep in indeterminate structures |
ανακρυστάλλωση σε ενδιάμεσες θερμοκρασίες | recrystallization at intermediate temperatures |
αναλογική ποσότητα σε άνθρακα | carbon potential |
ανελαστικές παραμορφώσεις σε κυλίνδρους με χοντρά τοιχώματα | anelastic deformation in heavy-walled cylinders |
ανθεκτικός σε στρέβλωση | warp resistant |
ανθεκτικός σε στρέβλωση | buckling resistant |
ανθεκτικός σε συστροφή | warp resistant |
ανθεκτικός σε συστροφή | buckling resistant |
ανθεκτικότητα σε πυρκαγιά | fire resistance |
ανοχή σε βάρος | weight tolerance |
αντίσταση σε θραύση λόγω παραμόρφωσης σε επίπεδα,Klc | plane strain fracture toughness Klc |
αντοχή άμμου σε θερμοκρασία δωματίου | green strength |
αντοχή άμμου σκληρυμένης σε ξηρό αέρα | air dried strength |
αντοχή σε διαδοχικά αντίθετες τάσεις | resistance to alternating stresses |
αντοχή σε ερπυσμό | creep strength |
αντοχή σε εφελκυσμό | tensile strength kg/mm2 |
αντοχή σε καιρικές συνθήκες | weathering resistance |
αντοχή σε καιρικές συνθήκες | weather resistance |
αντοχή σε καιρικές συνθήκες | resistance to weathering |
αντοχή σε κρούση | impact resistance |
αντοχή σε κρούση ράβδου με εγκοπές | notched bar impact strength |
αντοχή σε κρούση ράβδου με εγκοπές | impact value |
αντοχή σε κυκλική κόπωση | fatigue strength |
αντοχή σε κυκλική κόπωση | fatigue resistance |
αντοχή σε κυμαινόμενες τάσεις | resistance to fluctuating stresses |
αντοχή σε κόπωση | fatigue strength |
αντοχή σε κόπωση | fatigue resistance |
αντοχή σε κόπωση για Ν περιόδους | fatigue strength at N cycles |
αντοχή σε κόπωση για Ν περιόδους | fatigue strength for finite life |
αντοχή σε κόπωση για Ν περιόδους | endurance limit |
αντοχή σε λεκέδες | stain resistance |
αντοχή σε νύχι | mar resistance |
αντοχή σε πολύ ψήσιμο | overcure resistance |
αντοχή σε πολύ ψήσιμο | 2) overstoving |
αντοχή σε υδρογόνωση υπό πίεση | resistance to hydrogen under pressure |
αντοχή σε φωτιά | fire resistance |
αντοχή σε ψαθυρή θραύση | brittle behaviour |
ανόπτηση σε διάλυμα | solution annealing |
ανόπτηση σε δοχείο | pot annealing |
ανόπτηση σε δοχείο | close annealing |
ανόπτηση σε δοχείο | box annealing |
ανόπτηση σε στατικό φούρνο | close annealing |
ανόπτηση σε στατικό φούρνο | pot annealing |
ανόπτηση σε στατικό φούρνο | box annealing |
αποτατική ανόπτηση που γίνεται σε υπερβαμένο μέταλλο | stress relieving of austenitic steel |
απότομη ψύξη σε βάθος για τον προσδιορισμό της αντοχής της κεντρικής ζώνης | blank harden to ascertain the strength of the core |
αυτόματη διάταξη ρύθμισης του φλογοκόπτη σε ύψος | automatic nozzle height controller |
αυτόματη μηχανική διάταξη ρύθμισης του φλογοκόπτη σε ύψος | floating head |
αυτόματη συγκόλληση τόξου μέσα σε σκόνη συλλιπάσματος | automatic submerged arc welding |
βέργες σε δέσμη | bundle of rods |
βαθούλωμα σε σχήμα ταινίας | band dent |
βασική ποιότητα προοριζόμενη για χρήση σε κλιματολογικές θερμοκρασίες | basic quality intended for use at climatic temperatures |
βαφή σε αέρα | air hardening |
βαφή σε λάδι | oil tempering |
βαφή σε λάδι | oil hardening |
βαφή σε λουτρό άλατος | salt bath hardening |
βαφή σε μόλυβδο | lead quench |
βαφή σε μόλυβδο | lead patenting |
βαφή σε μόλυβδο | lead hardening |
βαφή σε νερό | boshing |
βαφή σε νερό | water hardening |
βαφή σε πεπιεσμένο αέρα | air-blast quenching |
βαφή σε ρευστοποιημένη κλίνη | fluidized bed coating |
βαφή σε συμπεπιεσμένο αέρα | air-blast quenching |
βαφή σε ψεκασμό | spray hardening |
βαφή χάλυβα και επαναφορά του σε υψηλή θερμοκρασία | quenching a steel and tempering it at a high temperature |
βιομηχανική επεξεργασία ενανθράκωσης σε αέριο περιβάλλον θερμοκρασίας 920° C | industrial gas-carburizing treatment |
βύθιση το μετάλλου σε απαερωμένο υδατικό διάλυμα | to dip the metal in a deaerated aqueous solution |
γήρανση σε δύο στάδια | two steps aging |
γήρανση σε δύο στάδια | two steps ageing |
γαιάνθρακας σε σκόνη | seacoal |
γαιάνθρακας σε σκόνη | coaldust |
γερανός σε σιδηροτροχιές | rail crane |
γερανός σε σιδηροτροχιές | rail-mounted crane |
γερανός σε σιδηροτροχιές | locomotive crane |
γραφίτης σε ροζέτες | type B graphite |
γραφίτης σε ροζέτες | rosette graphite |
γωνιακές συγκολλητές ραφές υποκείμενες σε στατική καταπόνηση | welded corner joints subject to statical stresses |
δαχτύλιος απόστασης για ρύθμιση του ακροφυσίου σε ύψος | nozzle height setting plate |
διάβρωση σε υψηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια καύσης αερίου,άνθρακα και υγρού καύσιμου | high-temperature corrosion during combustion of gas, coal or oil |
διάβρωση σιδήρου που οφείλεται σε ατμούς υδροχλωρικού οξέος | corrosion of iron due to hydrochloric acid fumes |
διάρκεια διατήρησης σε δοχείο | pot-life |
διάταξη ρύθμισης του φλογοκόπτη σε ύψος | nozzle height setting device |
διάτρητος άξονας σε όλο το μήκος | hole-bored axle from end to end |
διαγώνιος σε θλίψη | compression diagonal |
διακοπή ροής σε φρεατοκάμινο | banking the cupola furnace |
διαμόρφωση αργίλου σε πλαστική μάζα | plastic making |
διαχωρισμός σε φύλλα | to laminate |
διεργασία χύτευσης σε πλίνθωμα | ingot process route |
δοκίμιο που έχει υποβληθεί σε ανόπτηση εκτόνωσης τάσεων | test piece subjected to stress relief annealing |
δοκιμή διεισδυτικότητας σε κώνο | cone penetration test |
δοκιμή εμποτίσεως σε αποσταγμένο νερό | water soak test |
δοκιμή εφελκυσμού σε θερμοκρασία περιβάλλοντος | tensile test at ambient temperature |
δοκιμή εφελκυσμού σε υψηλή θερμοκρασία | tensile test at a high temperature |
δοκιμή κάμψεως με το πρόσωπο της ραφής σε εφελκυσμό | normal bend test |
δοκιμή κάμψεως με το πρόσωπο της ραφής σε εφελκυσμό | face bend test |
δοκιμή κάμψης με εντομή σε ραφή συγκόλλησης | notched weld bend test |
δοκιμή κρούσης σε μια ράβδο φέρουσα εγκοπές | impact test on a notched test bar |
δοκιμή κρούσης σε χαμηλή θερμοκρασία | impact test at low temperature |
δοκιμή πιέσεως ραφής σε γωνία κατά την οποία εφελκύεται το πρόσωπο της ραφής | fillet weld inspection test |
δοκιμή σε εναλλασσόμενο μαγνητικό πεδίο | testing in an alternating magnetic field |
δοκιμή σε κάμψη της πλευρικής διατομής της συγκολλήσεως | side bend test |
δοκιμή συγκολλήσεως σε εξαρτήματα υπό φορτίο | restrained weld test |
δοκιμή χρώματος σε εργαστήριο | drawdown |
δομικές μεταβολές μετά από καταπόνηση μακράς διάρκειας σε υψηλές θερμοκρασίες | structural changes after long time stressing at high temperatures |
δομικός χάλυβας ανθεκτικός σε υψηλές θερμοκρασίες | steel for use at elevated temperature |
δομικός χάλυβας ανθεκτικός σε υψηλές θερμοκρασίες | high temperature structural steel |
εγκάρσια δοκιμή λυγισμού και θραύσης σε ράβδο | transverse test |
εγκάρσια δοκιμή λυγισμού και θραύσης σε ράβδο | arbitration bar |
εγκλείσματα σε μορφή συνεχούς γραμμής | stringer |
εγκλείσματα σε μορφή συνεχούς γραμμής | line inclusion |
εγκοπή σε V | single V notch |
εγκοπή σε V | single vee notch |
εγκοπή σε U | single U notch |
ελασματοποιώ σε λωρίδες | to roll colled strip |
ελασματοποιώ σε φύλλα | to roll colled strip |
εναζώτωση σε λουτρά αλάτων | liquid nitriding |
εντομή σε U | single U notch |
εξωραφή σε γωνία με ανεπιθύμητη ανισότητα στα σκέλη της ραφής | fillet weld with vertical leg unintentionally shorter than the horizontal leg |
εξωραφή συγκολλήσεως σε ελάσματα με επικάλυψη | fillet weld in a lap joint |
εξωραφή συγκολλήσεως σε ελάσματα που σχηματίζουν γωνία | fillet weld in a corner joint |
επίστρωμα χρωμίου σε μαγνήσιο | chrome pickle |
επιμήκυνση σε μέγιστο φορτίο | elongation at maximum load |
επιστοιχείωση σε στήλη | box case hardening |
επιτρεπτή χαρακτηριστική αντοχή σε εφελκυσμό | specified characteristic tensile strength |
επιφανειακή βαφή γίνεται σε ψυχόμενα καλούπια | chill quenching is performed in cooled moulds |
επιψευδαργύρωση με εμβάπτιση σε τήγμα | hot dip galvanising |
ερπυσμός σε ελεγχόμενο σύνθετο περιβάλλον | creep in controlled complex atmospheres |
εσωραφή με προετοιμασία των άκρων σε σύνδεση T ή σύνδεση γωνίας | bevel or J butt weld in a Tee or corner joint |
εταιρεία που προέβη σε εκούσια εκκαθάριση | company gone into voluntary liquidation |
ευαισθησία σε εγκοπή | notch sensitivity |
ευαισθησία σε ρηγμάτωση λόγω εγκοπής | notch sensitivity |
ευαισθητοποίηση σε οξείδωση λόγω συγκολλήσεως | weld decay |
η αναθέρμανση σε χαμηλότερη θερμοκρασία είναι γνωστή ως "αποκατάσταση" | reheating at lower temperature is known as "recovery" |
η επίδραση του βορίου στη συμπεριφορά σε ερπυσμό των χαλύβων του τύπου 18-8 | the effect of boron on the creep behaviour of type l8-8 steels |
η επίδραση των οξειδίων που δημιουργούνται από την έλαση οδηγεί σε τοπική προσβολή | the roll-scale effect leads to localised corrosion |
η ευνοϊκή επίδραση της αποξείδωσης σε κενό στον αριθμό των μικροεγκλεισμάτων | the favourable effect of vacuum deoxidation on the microinclusions |
η περιεκτικότητα του ωστενίτη σε άνθρακα μειώνεται πλησίον των πρώτων βελόνων σεμεντίτη | the austenite is depleted in carbon in the neighbourhood of the first cementite needles |
η προσθήκη μαγγανίου βελτιώνει τη σκληρότητα σε βάθος | manganese addition agents have a beneficial effect on depth hardness |
η τιμή της σχέσης περιεκτικότητα σε άνθρακα προς περιεκτικότητα σε καρβιδογόνα στοιχεία | the value of the ratio of the carbon to the content of carbide-forming elements |
η ψύξη πραγματοποιείται σε λάδι,σε ρεύμα ξηρού αέρα ή σε θερμό αλατούχο λουτρό | the cooling is carried out in oil, a dry air blast or in a salt bath |
ηλεκτροσυγκόλληση με δισκοειδές ηλεκτρόδιο σε σημεία | roller spot weld |
ηλεκτροσυγκόλληση με δισκοειδές ηλεκτρόδιο σε σημεία | roller spot welding |
ηλεκτροσυγκόλληση με δισκοειδές ηλεκτρόδιο σε σημεία | roll spot welding |
ηλεκτροσυγκόλληση σε πολλαπλά σημεία | multispot welding |
ηλεκτροσυγκόλληση σε πολλαπλά σημεία | multiple spot welding |
ηλεκτροσυγκόλληση σημείων σε παράλληλες σειρές | parallel spot welding |
ηλεκτρόδιο επενδεδυμένο σε πρέσα | extruded electrode |
ηλεκτρόδιο σε ρόλους με λοξό αυλάκι | bevelled wheel |
ηλεκτρόδιο σημείου διπλά λυγισμένο σε αντίθετες κατευθύνσεις σε σχήμα λαιμού κύκνου | swan necked electrode |
ηλεκτρόδιο σημείου διπλά λυγισμένο σε αντίθετες κατευθύνσεις σε σχήμα λαιμού κύκνου | double cranked electrode |
ηλεκτρόδιο συγκόλλησης με συλλίπασμα σε εγκοπές | electrode where the flux is contained in indentations in the core wire |
ημικατεργασμένα προϊόντα σε ρόλλους για λαμαρίνες | coils for re-rolling |
θέρμανση στους 850-1100° C και κατόπιν απόψυξη σε ατμοσφαιρικό αέρα | air patenting |
θερμική κατεργασία σε σταθερή θερμοκρασία | isothermal heat treatment |
θραύση σε ποτήρι και κώνο | cup and cone fracture |
θραύση σε τεταρτημόριο ποτηριού | quarter cupped fracture |
ιδιοσυσκευή περιστροφής σε διάφορες θέσεις εξαρτημάτων για συγκόλληση | positioner |
ιδιοσυσκευή περιστροφής σε διάφορες θέσεις εξαρτημάτων για συγκόλληση | manipulator |
ισοδύναμη ονομαστική αντοχή σε εφελκυσμό | equivalent nominal tensile strength |
κάλαθος σε σχήμα κελύφους | clamshell charging bucket |
κάμινος πολλαπλών θαλάμων σε κενό | vacuum multiple chambered furnace |
κάμινος τόξου σε κενό | vacuum arc furnace |
καθαρισμός μέσω σαπουνελαίων σε θερμοκρασία περιβάλλοντος | cold soak cleaning |
καθαρισμός μέσω σαπουνελαίων σε θερμοκρασία περιβάλλοντος | cold emulsifiable cleaning |
καθαρισμός σε φωτιά με πλήρη φρύξη | fire-refining with complete fusion |
καθοδηγούμενη δοκιμή σε κάμψη | guided bend test |
καλουπιάζω σε βγαλμένο πλαίσιο | mould in a snap flask |
καλουπιάζω σε πλάκα | plate mould |
καλουπιάζω σε πλάκα προτύπων | mould on an oddside |
καρβίδια τα οποία παραμένουν στο εσωτερικό των κόκκων εμπλουτίζονται σε χρώμιο | larger undissolved carbides within the grains become enriched in chromium |
κατά μήκος συγκόλληση σε σωλήνα | wiped joint |
κατακόρυφη προς τα πάνω συγκόλληση σε κεκλιμένο επίπεδο | upward welding in the inclined position |
καταλληλότητα για ψυχρή διαμόρφωση σε έλαστρα | suitability for cold shaping on rollers |
καταλληλότητα πελμάτωσης χωρίς ρωγμάτωση σε μηχανική πρέσσα | suitability for flanging without cracking on mechanical presses |
καταπόνηση σε εφελκυσμό | applied tension stress |
καταπόνηση σε θλίψη | applied compression stress |
καταπόνηση σε κάμψη | bending stress |
καταπόνηση σε κάμψη | flexure stress |
καταπόνηση σε κάμψη | applied bending stress |
καταπόνηση σε κρούση | applied impact stress |
καταπόνηση σε στρέψη | applied torsion stress |
κατασκευή δοχείου σε σχήμα κλωβού | cage-type construction shell |
κατασκευή καλουπιών σε θερμό κουτί | hot-box moulding |
κατασκευή καλουπιών σε θερμό κουτί | hot-box core making |
κατασκευή καλουπιών σε στοίβα | stack moulding |
κατασκευή καλουπιών σε υψηλή πίεση | high-pressure moulding |
κατασκευή πυρήνων σε θερμό κουτί | hot-box moulding |
κατασκευή πυρήνων σε θερμό κουτί | hot-box core making |
κατ'αυτόν τον τρόπο ο χάλυβας χάνει την αντοχή σε επαναφορά και την σκληρότητα σε υπερθέρμανση | tempering resistance and hot hardness are lost |
κατεργασία σε μπουράτο | barreling |
κατεργασία σε μπουράτο | barrel polishing |
κατεργασία σε περιστρεφόμενο βαρέλι | barreling |
κατεργασία σε περιστρεφόμενο βαρέλι | barrel polishing |
κατεργασιμότητα σε βαθεία κοίλανση | drawability |
κατεργαστικότητα σε λείανση | grindability |
κεκαμμένο στήριγμα ηλεκτροδίων σε αμβλεία γωνία | single bend electrode holder |
κεκαμμένο στήριγμα ηλεκτροδίων σε ορθή γωνία | vertical offset electrode holder |
κοίλανση με συμπίεση σε ελαστικό υπόστρωμα | rubber-pad-forming |
κοίλανση με συμπίεση σε ελαστικό υπόστρωμα | marforming |
κομμένο σε ορθή γωνία | cut to rectangular shape |
κοπή τόξου με ηλεκτρόδιο βολφραμίου σε αδρανή ατμόσφαιρα | gas shielded tungsten arc cutting |
κοπή τόξου με ηλεκτρόδιο βολφραμίου σε αδρανή ατμόσφαιρα | TIG cutting |
κοπή τόξου με μεταλλικό ηλεκτρόδιο σε αδρανή ατμόσφαιρα | gas shielded metal-arc cutting |
κοπή τόξου με μεταλλικό ηλεκτρόδιο σε αδρανή ατμόσφαιρα | MIG cutting |
κοπή τόξου σε ατμόσφαιρα αδρανούς αερίου | gas shielded arc cutting |
κορδόνι δοκιμής πάνω σε επίπεδο έλασμα | bead |
κορμός σε κωνικό καλούπι | narrow end up |
κορμός σε κωνικό καλούπι | small end up |
κορμός σε κωνικό καλούπι | big end down |
κράμα σε κατάσταση ισορροπίας | alloy in the equilibrium Condition |
κρατέρωμα σε μαύρο | black nickel-plating |
κρούση σε δοκίμιο με εντομές | notch impact |
κυλινδρικός αναγωγέας που περιστρέφεται πάνω σε καρούλια | rotating cylindrical converter |
κόψιμο σε μπομπίνες | slitting |
κόψιμο σε σχήμα τραπεζίου | trapeze cut |
κόψιμο σε σχήμα τριγώνου | triangle cut |
κύκλωμα ζεστού νερού σε χαλύβδινους μαύρους σωλήνες | hot water circuit in black plate tubes |
μέγγενες για λιμάρισμα, μηχανές για πριόνισμα ή κόψιμο κατά τεμάχια σε ορισμένο μήκος, μηχανές ένστιξης και μηχανές εντομής | shaping machines, sawing machines and cutting-off machines, machines and broaching and slotting machines |
μέγιστη αντοχή σε εφελκυσμό | ultimate tensile strength |
μέγιστη αντοχή σε εφελκυσμό | tensile breaking strength |
μέσα σε κάθε συσσωμάτωμα τα σωματίδια σεμεντίτη έχουν μια κανονική γραμμική διάταξη | the cementite particles are regularly arranged in rows |
μέταλλο προσθήκης σε σκόνη | additive metal in powder form |
μέταλλο σε φύλλα | metal foil |
μέταλλο σε φύλλα | foil |
μέταλλο συγκόλλησης σε κόκκους | granular filler metal |
μέταλλο συγκόλλησης σε σκόνη | powdered filler metal |
μέταλλο συγκόλλησης σε ταινία | filler metal in the form of strip |
μέταλλο συγκόλλησης σε φύλλα | filler metal in the form of oil |
μέτρο αντοχής σε κάμψη ενός δακτυλίου | bending strength modulus of a ring |
μέτρο θραύσης σε εγκάρσια δοκιμή | transverse strength |
μέτρο θραύσης σε εγκάρσια δοκιμή | modulus of rupture in a transverse test |
μήτρα για την θερμοσυσσωμάτωση των μετάλλων σε σκόνη | mould for sintering metal powders |
μανδύας ελεγχόμενης περιεκτικότητας σε υδρογόνο | hydrogen controlled covering |
μεταλλικό καρβίδιο σε σκόνη | metal carbide powder |
μετασχηματιστής συγκολλήσεως από τριφασικό σε μονοφασικό ρεύμα | three to single phase welding transformer |
μετατροπέας σε κορμούς | roughing mill |
μετατροπέας σε κορμούς | blooming mill |
μετατροπή της χημικής ενέργειας σε μηχανικό έργο | conversion of chemical energy into mechanical work |
μη επιδεκτικότητα σε ψαθυρή θραύση | insensibility to brittle fracture |
μηχανή κατεργασίας των νηματιδίων ηλεκτρικών λαμπτήρων σε σπειροειδή μορφή | machine for spiralling fine metal wire in the manufacture of electric lamp filaments |
μηχανή κοπής ράβδων σε τεμάχια ορισμένου μήκους | cutting-off machine |
μηχανή συνεχούς χύτευσης σε τροχό | travelling mould machine |
μηχανή συνεχούς χύτευσης σε τροχό | belt-wheel type continuous caster |
μηχανή τυποποιΆας με κρούση σε σταθερό άκμονα | jolt moulding machine |
μηχανική αντίσταση σε υψηλή θερμοκρασία και αντίσταση στην οξείδωση μη κραματοποιημένων χαλύβων | heat and scaling resistance of unalloyed steels |
μηχανική τάση διαφράγματος μέσα σε κάθετο αυλό υπό εσωτερική πίεση | diaphragm stress in a straight pipe under internal pressure |
μορφοποιημένο με συμπίεση σε μήτρα αντικείμενο | die-pressed compact |
μπήγω καρφάκια σε καλούπι | sprag |
μπρουντζάρισμα σε μαύρο | black nickel-plating |
ο κρύσταλλος τεμαχίζεται σε μικρούς κρυσταλλίτες | there occurs "polygonization" |
ο κρύσταλλος τεμαχίζεται σε μικρούς κρυσταλλίτες | the crystals split up into small crystallites |
ο υπολειμματικός ωστενίτης εμπλουτισμένος σε άνθρακα,μετασχηματίζεται σε μαρτενσίτη | the remaining austenite, which is enriched of carbon, transforms to martensite |
ο χρόνος μεταξύ της αρχής πιέσεως συγκολλήσεως και της αρχής διελεύσεως του ρεύματος συγκολλήσεως σε ένα πολύπλοκο κύκλο συγκολλήσεως | the time between the start of welding pressure and the start of welding current in a complex weld cycle |
οι ίνες διαφορισμού αποτελούν μια εύθραυστη ζώνη πλούσια σε εγκλείσματα θειούχων ενώσεων | the threads of segregate constitute a zone of weakness, rich in sulphide inclusions |
οι δοκιμές ερπυσμού πραγματοποιήθηκαν σε θερμοκρασία 500° C μέχρι την έναρξη της θραύσης | the creep rupture tests were carried out at 500 C until fracture occurred |
οπλισμός σε ηλεκτροσυγκολλημένο χαλύβδινο πλέγμα | welded mesh reinforcement |
οπτική εξέταση της υφής της επιφανείας θραύσεως σε δοκίμιο συγκολλήσεως | visual examination of a specimen broken through the weld |
οπτική εξέταση της υφής της επιφανείας θραύσεως σε δοκίμιο συγκολλήσεως | to check the soundness of the weld metal |
πίεση σε ψυχρή κατάσταση | cold pressing |
περιεκτικότητα σε θειικές τέφρες | sulphated ashes content |
περιεκτικότητα σε μη μεταλλικά εγκλείσματα | content of non-metallic inclusions |
περικρυσταλλική ρηγμάτωση που οφείλεται σε τάση | intergranular fractures due to stress |
περιστροφική συσκευή συγκολλήσεως τύπου μεταλλάκτου από τριφασικό σε μονοφασικό ρεύμα | three to single phase rotary welding apparatus |
πλάκα σε σχήμα ειδικό για τη χρησιμοποίησή της | plate shaped for use |
πλίνθωμα σε κωνικό καλούπι | small end up |
πλίνθωμα σε κωνικό καλούπι | narrow end up |
πλίνθωμα σε κωνικό καλούπι | big end down |
πλαστικοποίηση σε διατομή | plastification in a cross section |
πλατέα θερμής έλασης σε ρόλους για παραγωγή ελασμάτων | hot-rolled strip for sheet manufacture |
ποιότητα κατάλληλη για ψυχρή διαμόρφωση σε κυλίνδρους έλασης | quality suitable for cold shaping on rollers |
προκύπτει ως εκ τούτου μείωση της σκληρότητας σε σχέση με την κατάσταση εξομάλυνσης | decrease in hardness occurs compared with the normalised condition |
προσθέτω συγκολλητική ύλη σε άμμο | add bond |
προσθέτω συνδετική ύλη σε άμμο | add binder |
προσθετικό διευκόλυνσης μετατροπής σε κολλοειδή | peptizer |
προφιλέ σε σχήμα Ω | capital omega angle |
πυρήνας σε στεγνή άμμο | dry sand core |
πόροι σε σειρά ενωμένοι μεταξύ τους | wormhole |
πόροι σε σειρά ενωμένοι μεταξύ τους | pipe |
ρήξη σε υψηλές θερμοκρασίες | rupture at elevated temperature |
ρήξη σε υψηλές θερμοκρασίες | hot shortness |
ραφή σε κατακόρυφη προς τα πάνω συγκόλληση | a weld made upwards by vertical position welding |
ραφή συγκολλήσεως σε ελάσματα με μηδενική μεταξύ τους απόσταση | closed joint |
ραφή συγκολλήσεως σε ελάσματα με μηδενική μεταξύ τους απόσταση | close joint |
ραφή συγκολλήσεως σε ελάσματα που απέχουν μεταξύ τους | open joint |
ραφή συγκολλήσεως σε οπή με ελάσματα σε επικάλυψη | plug weld |
ραφή συγκολλήσεως σε σχισμή με ελάσματα σε επικάλυψη | slot weld |
ρηγματωμένος σε μακρουλές φέτες | slivered |
ρυθμιστής του φλογοκόπτη σε ύψος | height control skid |
ρόλλος σε ταινίες | slit coil |
ρύθμιση έντασης σε τριγωνική διάταξη | triangulation |
ρύθμιση έντασης σε τριγωνική διάταξη | conductor triangulation |
σε θερμοκρασίες άνω των 500° C μπορεί να καθιζήσει η φάση σίγμα | at temperature above 5OOÖC the sigma-phase can be precipitated |
σε κάθε βελονισμό μπορεί να διαπιστωθεί ο σχηματισμός μιας υποκείμενης κοιλότητας | some undercutting was evident within each pit |
σε σειρά κατασκευή | quantity production |
σε σειρά κατασκευή | series production |
σε σειρά κατασκευή | batch production |
σε χάλυβα ο οποίος ανακρυσταλλώθηκε σε χονδρόκοκκο μετά απο ελαφρά παραμόρφωση | in a steel which is recrystallised to a coarse grain size after a small deformation |
σε χαμηλότερες θερμοκρασίες μετασχηματισμού ο βεανίτης γίνεται βελονοειδής | at.lower transformation temperatures, the bainite becomes acicular |
σκλήρυνση σε ατμό | fog quenching |
σκλήρυνση σε μεταλλικό καλούπι | chill hardening |
σκλήρυνση σε ωστενιτική μορφή | ausforming |
σκληρότητα σε εκκρεμές | pendulum hardness |
στην συνέχεια προβαίνουμε σε επεξεργασία εξομάλυνσης με σκοπό την εκλέπτυνση του κόκκου | the second is a normalizing treatment destined to refine the grain |
στους χάλυβες μέσων περιεκτικοτήτων σε άνθρακα παρατηρείται εκλέπτυνση του φερριτικού πλέγματος | in steels containing medium carbon contents, the ferrite network becomes thinner |
στρέβλωση σε στρέψη-κάμψη | torsional-flexural buckling |
στρώμα οξειδίου δημιουργούμενο σε υψηλή θερμοκρασία | oxide scale |
συγκόλληση εξωραφής σε θέση οροφής | making a fillet weld in the overhead position |
συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο | making a fillet weld in the gravity position |
συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο | making a fillet weld in the flat position |
συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο | making the fillet welding the horizontal position |
συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο | making a fillet weld in the downhand position |
συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο-κατακόρυφο επίπεδο | making a fillet weld in the horizontal-vertical position |
συγκόλληση εξωραφής σε οριζόντιο-κατακόρυφο επίπεδο | making a fillet weld in the horizontal position |
συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο | making a butt weld in the flat position |
συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο | making a butt weld in the gravity position |
συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο | making a butt weld in the horizontal position |
συγκόλληση εσωραφής με ραφή I σε οριζόντιο επίπεδο | making a butt weld in the downhand position |
συγκόλληση εσωραφής σε οριζόντια διεύθυνση σε κατακόρυφο επίπεδο | making a butt weld in the horizontal-vertical position |
συγκόλληση εσωραφής σε οριζόντια διεύθυνση σε κατακόρυφο επίπεδο | making a butt weld in the horizontal position |
συγκόλληση κατά σημεία σε συνεχή γραμμή | stitch weld |
συγκόλληση οροφής σε κεκλιμένο επίπεδο | overhead position welding with the weld inclined |
συγκόλληση σε κατακόρυφη θέση | vertical position welding |
συγκόλληση σε οριζόντιο επίπεδο | gravity position welding |
συγκόλληση σε οριζόντιο επίπεδο | horizontal position welding |
συγκόλληση σε οριζόντιο επίπεδο | flat position welding |
συγκόλληση σε οριζόντιο επίπεδο | downhand welding |
συγκόλληση τόξου μέσα σε ηλεκτραγώγιμο συλλίπασμα | unionmelt welding |
συγκόλληση τόξου μέσα σε ηλεκτραγώγιμο συλλίπασμα | submerged arc welding |
συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα | inert gas shielded arc welding |
συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα | shielded inert gas metal arc welding sigma welding |
συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα | inert gas arc welding |
συγκόλληση τόξου σε προστατευτική ατμόσφαιρα | gas-shielded arc welding |
συλλίπασμα σε πάστα | flux paste |
συλλίπασμα σε σκόνη | powdered flux |
συμπεριφορά πλαισίου σε διάτμηση | shear behaviour of the panel |
συμπεριφορά σε διαρροή | creep behaviour |
συντελεστής κρούσης σε δοκίμιο με εγκοπές | notched-bar impact value |
συσκευή απόσταξης σε ρεύμα υδρατμών | apparatus for distillation under a current of steam |
συσκευή περιτύλιξης των λαμαρινών σε ρόλλους | strip coiler |
σχηματίζω προεξοχές σε επιφάνεια | to emboss |
σύνδεση με ραφή συγκολλήσεως δύο ελασμάτων σε επικάλυψη | lap seam |
σύνδεση με ραφή συγκολλήσεως δύο ελασμάτων σε επικάλυψη | lap joint |
σύνδεση με ραφή συγκολλήσεως ελασμάτων σε T οξείας γωνίας | inclined Tee-joint |
σύνδεση με ραφή συγκολλήσεως ελασμάτων σε T ορθής γωνίας | Tee joint |
σύρμα σε κουλούρα | coil of wire |
σύρμα συρματοποιημένο εν ψυχρώ σε μορφή σπείρας | cold drawn wire in mill coil |
σύστημα συγκόλλησης με διαφορετικό κινητήρα και γεννήτρια σε κοινή βάση | welding set with separate motor and generator on a common baseplate |
τάση θραύσεως σε εφελκυσμό | ultimate tensile strength |
τάση θραύσεως σε εφελκυσμό | tensile breaking strength |
τήξη μέσα σε ελεγχόμενη ατμόσφαιρα | melting in controlled atmosphere |
ταυτόχρονη ηλεκτροσυγκόλληση δύο σημείων σε σειρά | push-pull series spot welding |
ταυτόχρονη ηλεκτροσυγκόλληση σε δύο σημεία | making two spot welds in one operation |
τεμάχιο μέτρησης ψύξης σε σφήνα | wedge test-piece |
το έλασμα αναθερμάνθηκε σε κλίβανο συνεχούς ροής και στην συνέχεια ψύχθηκε στον αέρα | annealed in a continuous furnace and air cooled |
το οποίο αναθερμάνθηκε και ψύχθηκε απότομα μέσα σε λάδι | tempered and quenched in oil |
το πρώτο πάσσο σε μία συγκόλληση,στην οποία φαίνεται το κορδόνι διεισδύσεως | the penetration bead of which can be seen |
το πρώτο πάσσο σε μία συγκόλληση,στην οποία φαίνεται το κορδόνι διεισδύσεως | the first run of a weld |
τοπικά ηλεκτροχημικά κελλιά οδηγούν σε διάβρωση με βελονισμούς | local electrochemical cells lead to pitting |
τοπικές μηχανικές τάσεις οδηγούν σε διάβρωση με μηχανική καταπόνηση | local mechanical stresses lead to stress corrosion cracking |
τοπικό πύρωμα μέχρι ερυθροπυρώσεως σε κυκλική επιφάνεια για διόρθωση παραμορφώσεων | a circular area heated to red heat to remove local distortion |
τοπικό πύρωμα μέχρι ερυθροπυρώσεως σε ορθογωνική επιφάνεια για διόρθωση παραμορφώσεων | rectangular area heated to red heat to remove local distortion |
τοπικό πύρωμα μέχρι ερυθροπυρώσεως σε τριγωνική επιφάνεια για διόρθωση παραμορφώσεων | triangular area heated to red heat to remove local distortion |
τοποθετώ έναν πυρήνα σε στρώμα άμμου | bedding a core |
τοποθετώ το καλούπι σε στρώμα άμμου | bed |
τρέξιμο μετάλλου σε συνεχή μορφή | weld where the parent metal has softened allowing the weld and edges of metal to sag |
τρέξιμο μετάλλου σε συνεχή μορφή | sagged weld |
φουσκάλα σε μέγεθος κεφαλιού καρφίτσας | pinhead blister |
φουσκάλα σε μέγεθος κεφαλιού καρφίτσας | pepper blister |
φυσική μαγνησία σε κονδυλώδη μορφή | periclase |
χάλυβας ανθεκτικός στο υδρογόνο σε υψηλή πίεση | steel resistant to hydrogen at high pressure |
χάλυβας βαφής σε αέρα | self-hardening steel |
χάλυβας βαφής σε αέρα | air-hardening steel |
χάλυβας για χρησιμοποίηση σε θερμοκρασίες υπό το μηδέν | steel for use at temperatures below zero |
χάλυβας με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα | high-carbon steel |
χάλυβας τήξης σε κενό | steel processed under electrically conductive slag |
χάλυβας τήξης σε κενό | steel processed by vacuum remelting |
χάλυβες κατάλληλοι για εργαλεία,χωρίς προσμίξεις,με μέση περιεκτικότητα σε άνθρακα | medium-carbon unalloyed tool steels |
χάλυβες κατάλληλοι για εργαλεία,χωρίς προσμίξεις,με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα | unalloyed high carbon tool steels |
χαραγές σε σχήμα φλεβών | veining mapping |
χαραγές σε σχήμα φλεβών | mapping |
χημική επεξεργασία σε διάλυμα χρωμικού άλατος | chrome pickling |
χημική επεξεργασία σε διάλυμα χρωμικού άλατος | chrome pickle |
χονδρόσυρμα σε σπείρες | coils |
χονδρόσυρμα σε σπείρες | wire rod in coils |
χρόνος ανάμεσα σε δύο χυτήρια | cast to cast time |
χρόνος ενδιάμεσος παλμών σε τριφασική συγκόλληση χαμηλής συχνότητας | interpulse time |
χρόνος κύκλου συγκολλήσεως σε επαναλμβανόμενη εργασία | weld cycle time for repetitive welding |
χρόνος κύκλου συγκολλήσεως σε επαναλμβανόμενη εργασία | operating time |
χυτεύω σε ανόδους | to cast into anodes |
χυτοσίδηρος ανθεκτικός σε οξέα | acid resisting cast iron |
χυτοσίδηρος ανθεκτικός σε οξέα | acid resistant cast iron USA |
χυτοχάλυβας για χρήση σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες | cast steel for use at very high temperatures |
χυτοχάλυβας για χρήση σε υψηλές θερμοκρασίες | cast steel for use at high temperatures |
χυτοχάλυβας για χρήση σε υψηλές θερμοκρασίες | cast steel for use at elevated temperatures |
χυτοχάλυβας για χρήση σε χαμηλές θερμοκρασίες | steel for use at low temperatures |
χύνω σε κατακόρυφα στερεωμένα καλούπια | cast in vertical clamped moulds |
χύνω σε πλινθώματα | cast into ingots |
χύσιμο σε αρχικά κεκλιμένο καλούπι | tilt casting |
χύσιμο σε αρχικά κεκλιμένο καλούπι | Durville casting |
χύσιμο σε καλούπια με πίεση | pressure die casting |
χύσιμο σε καλούπια με την βαρύτητα | permanent mold casting |
χύσιμο σε καλούπια με την βαρύτητα | gravity die casting |
χύσιμο σε καλούπια με χαμηλή πίεση | low-pressure die casting |
χύσιμο σε κεκλιμένο καλούπι | casting on an inclined bank |
χύσιμο σε ξεσκέπαστη άμμο | open sand casting |
χύσιμο σε πλινθώματα | pigging |
χύσιμο σε πλινθώματα | ingotting |
χύτευση ακρίβειας σε ειδικά καλούπια | accurate casting in special moulds |
χύτευση σε βαγονέτα | casting car casting |
χύτευση σε βαγονέτα | bogie casting |
χύτευση σε κέλυφος | chilled casting |
χύτευση σε καλούπι από άμμο | sand moulding |
χύτευση σε καλούπι από άμμο | sand casting |
χύτευση σε κερί | lost wax process |
χύτευση σε μεταλλικό καλούπι | ingot casting |
χύτευση σε μεταλλικό καλούπι | permanent mold casting |
χύτευση σε μεταλλικό καλούπι | gravity die casting |
χύτευση σε σειρά | permanent continuous casting |
χύτευση σε σειρά | sequence casting |
χύτευση σε σειρά | series casting |
χύτευση σε σειρά | uninterrupted casting |
χύτευση σε σειρά | multiple-heat casting |
χύτευση σε σειρά | continuous continuous casting |
χύτευση όγκου μετάλλου σε καλούπι | ingot casting |
ψευδάργυρος σε ακάθαρτη κατάσταση | impure zinc |
όριο ελαστικότητας σε kg/mm2 | yield strength kg/mm2 |