DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Metallurgy containing καλώδιο | all forms
GreekEnglish
εύκαμπτο καλώδιο καμίνουflexible conductor
εύκαμπτο καλώδιο καμίνουflexible power cable
εύκαμπτο καλώδιο καμίνουflexible cable
καλώδιο συγκολλήσεωςwelding cable
καλώδιο υψηλής έντασηςflexible conductor
καλώδιο υψηλής έντασηςflexible power cable
καλώδιο υψηλής έντασηςflexible cable
χαλύβδινο καλώδιοsteel cable