DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Forestry containing κινητήρας | all forms
GreekGerman
βαλβίδα κινητήραVentil
βλάβη του κινητήραBetriebsstörung
βλάβη του κινητήραPanne
θερμαντήρας μπλοκ κινητήραBlockheizwerk
ισχύς κινητήραMotordrehkraft
κινητήρας περιστροφήςSchwenkmotor
λάδι κινητήραMotoröl
οδοντωτή στεφάνη σφονδύλου εκκίνησης κινητήραZahnkranz
περίβλημα κινητήραMotorraum