DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Forestry containing knot | all forms | exact matches only
EnglishGreek
bark-encased knotρόζος εγκλεισμένος μερικά ή ολικά από φλοιό
dead knotρόζος από νεκρά κλαδιά
dry knotξηρός ρόζος
dry knotχαλαρός ρόζος
encased knotρόζος περιβαλλόμενος από φλοιό
fresh knotσυμφυής ρόζος
knot clusterομάδα ρόζων
knot-freeχωρίς ρόζους
knot swellingεπιφανειακή εξόγκωση κορμοτεμαχίου οφειλόμενη σε ανάπτυξη ρόζου
live knotσυμφυής
loose knotχαλαρός
loose knotρόζος
other knotάλλου τύπου ρόζος εκτός από συμφυή
rot knotσαπισμένος ρόζος
rotten knotσάπιος
rotten knotρόζος
sound knotπροσφυής ρόζος
sound knotσυμφυής
tight knotσυμφυής