DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Employment containing σύμβαση | all forms
GreekEnglish
ευέλικτη σύμβασηflexible contract
Πρωτόκολλο σχετικό με τη σύμβαση για τις φυτείες 1958Protocol to the Plantations Convention, 1958
Πρωτόκολλο σχετικό με τη σύμβαση για τις φυτείες 1958Protocol to the Convention concerning Conditions of Employment of Plantation Workers
Σύμβαση για την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίαςAbolition of Forced Labour Convention, 1957
Σύμβαση για την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίαςConvention concerning the Abolition of Forced Labour
Σύμβαση για την πολιτική της απασχόλησηςConvention concerning Employment Policy
Σύμβαση για την προστασία του δικαιώματος οργάνωσης και τις διαδικασίες καθορισμού των όρων απασχόλησης στη δημόσια διοίκησηConvention concerning Protection of the Right to Organise and Procedures for Determining Conditions of Employment in the Public Service
σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνουtemporary contract
σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνουtemporary employment contract
σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνουnon-permanent employment contract
σύμβαση με ετήσιο αριθμό ωρών εργασίαςannualised hours contract
σύμβαση με ετήσιο αριθμό ωρών εργασίαςannual hours contract
σύμβαση προσωρινής απασχόλησης μέσω γραφείου ευρέσεως εργασίαςtemporary employment agency contract
σύμβαση προσωρινής απασχόλησης μέσω γραφείου ευρέσεως εργασίαςtemporary agency contract