DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Health care containing μονάδα | all forms
GreekEnglish
Διεθνής Μονάδαinternational unit
διεθνής μονάδα συγκόλλησηςinternational agglutinating unit
διεθνής μονάδα συγκόλλησηςinternational unit of agglutination
διεθνείς μονάδα καθήλωσης του συμπληρώματοςinternational complement fixation test unit
εγκεκριμένη μονάδα απομόνωσηςofficially-approved isolation facility
ΕΟΚ μονάδα ευαισθητοποίησηςEEC sensitizing unit
ευρωπαϊκή μονάδα πληροφοριών για τα ναρκωτικάEuropean Drugs Information Unit
θεραπευτική μονάδα απεξάρτησηςdrug treatment unit
κοινοτική μονάδα φυματίνηςCommunity tuberculin unit
μονάδα άμεσης βοήθειας στο χώρο εργασίαςfactory sanitary station
μονάδα άμεσης βοήθειας στο χώρο εργασίαςfactory first-aid station
μονάδα αιμοσυγκόλλησηςhaemagglutination unit
μονάδα αντιστρεπτολυσίνηςantistreptolysin unit
μονάδα ευαισθητοποίησης ΕΟΚEEC sensitizing unit
μονάδα θεραπείαςnursing unit
μονάδα θεραπείαςtreatment unit
μονάδα θεραπείαςhealth care unit
μονάδα θεραπείαςcare-unit
μονάδα κεφαλήςskull unit
μονάδα κεφαλήςhead unit
μονάδα κρανίουskull unit
μονάδα κρανίουhead unit
μονάδα μουρουνέλαίουcod-liver oil unit
μονάδα παραγωγής τροφών για ζώα συντροφιάςpetfood plant
μονάδα περίθαλψης μικρής διάρκειαςshort-term treatment unit
μονάδα περιγεννητικής μέριμναςperinatal surveillance unit
μονάδα συλλογής σπέρματοςsemen collection facility
μονάδα συντονισμού για τη βιοτεχνολογία στην ΕυρώπηConcertation Unit for Biotechnology in Europe
μονάδα σχηματισμού πλακώνplaque-forming unit
μονάδα ΧX-unit
τοπική μονάδα της υπηρεσίας περιθάλψεωςlocal health unit