DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Health care containing First | all forms | exact matches only
EnglishGreek
early age of first useχρήση για πρώτη φορά σε μικρή ηλικία
factory first-aid stationσταθμός άμεσης βοήθειας
factory first-aid stationμονάδα άμεσης βοήθειας στο χώρο εργασίας
first-aid boxκουτί πρώτων βοηθειών
first aid for the drownedπρώτες βοήθειες για πνιγόμενους
first-aid kitκουτί πρώτων βοηθειών
first-aid practiceπρακτική πρώτων βοηθειών
first-aiderεθελοντής για την παροχή πρώτων βοηθειών
first-choice drugφάρμακο πρώτης γραμμής
first-choice drugφάρμακο εκλογής
first-instar larvaΛάρβα πρώτου σταδίου
first-line drugφάρμακο πρώτης γραμμής
first-line drugφάρμακο εκλογής
Medical First Aid Guide for Use in Accidents Involving Dangerous GoodsΟδηγός παροχής πρώτων βοηθειών σε περίπτωση ατυχημάτων που οφείλονται σε επικίνδυνα εμπορεύματα