Portuguese | Greek |
aborto clamidial das ovelhas | ενζωοτική αποβολή; χλαμυδιακή αποβολή |
aborto enzoótico das ovelhas | χλαμυδίωση του προβάτου |
aborto enzoótico das ovelhas | ενζωοτική αποβολή του προβάτου |
aborto vírico das éguas | ιογόνος διακοπή της κύησης των φορβάδων (nosogenum:Herpesvirus equinus, rhinopneumonitis) |
aborto vírico das éguas | ρινοπνευμονία (nosogenum:Herpesvirus equinus, rhinopneumonitis) |
adaptação das tarefas | προσαρμογή του εργασιακού περιβάλλοντος |
Administração dos Alimentos e das Drogas | Υπηρεσία Ελέγχου Τροφίμων και Φαρμάκων |
Administração dos Alimentos e das Drogas | Διεύθυνση Ελέγχου ECροφών και Φαρμάκων |
ambiente de saúde integrado | ολοκληρωμένο περιβάλλον υγείας |
ambiente de trabalho subjetivo | υποκειμενικό εργασιακό περιβάλλον |
ameaça para a saúde das crianças | κίνδυνος για την υγεία των παιδιών |
amplitude de pulsação | εύρος πιέσεως |
amplitude de un som | πλάτος ήχου |
antibiótico de largo espetro | αντιβιωτικό ευρέος φάσματος |
antraz de inalação | πνευμονικός άνθρακας |
aparelho de correção auditiva | ακουστικό βοήθημα |
aparelho de Finsen-Lomholt | λυχνία Finsen-Lomholt |
aparelho de Finsen-Reyn | λυχνία Finsen-Reyn |
aparelho de Kirschner para eletrocoagulação seletiva | συσκευή του Kirschner για εκλεκτική ηλεκτροπληξία μέσω διπολικού ρεύματος υψηλής συχνότητος |
aparelho de Ohm-Romberg | συσκευή των Ohm-Romberg |
aparelho de proteção respiratória | συσκευή αναπνευστικής προφύλαξης |
aparelho de radiocinematografia | ειδικό μηχάνημα για συνεχείς ακτινοφωτογραφίες |
aparelho de radiofotografia | φωτοφθοριογράφημα |
aparelho de sucção | συσκευή τροφοδοσίας καθαρού αέρα ενεργοποιούμενη από την εισπνοή |
aparelho de televisão para raios X | τηλεοπτικό σύστημα ανάλυσης ακτίνων Χ |
aparelho de terapia respiratória | συσκευή για αναπνευστική θεραπεία |
aparelho respiratório de reanimação | συσκευή για την τεχνητή αναπνοή |
assistente de clínica geral | ιατρός με ειδικότητα γενικής ιατρικής |
assistente de clínica geral | γενικός ιατρός |
assistente de farmácia | βοηθός φαρμακείου |
assistente de higiene social | ειδικός υγιεινής περιβάλλοντος |
assistente de higiene social | βοηθός κοινωνικής υγιεινής |
assistente de laboratório | επιστημονικός υπάλληλος ιατρικού εργαστηρίου |
assistente de veterinária | βοηθός κτηνιάτρου |
assistente técnico de cirurgia | ιατρικός τεχνικός βοηθός χειρουργικής |
Associação das Instituições Austríacas do Seguro Social | ΄Ενωση των Αυστριακών Ιδρυμάτων Κοινωνικής Ασφαλίσεως |
associação de simultaneidade | ταυτόχρονος συνδυασμός |
Associação Europeia de Centros Antiveneno e de Toxicólogos Clínicos | Ευρωπαϊκή Ένωση Κέντρων Δηλητηριάσεων και Κλινικών Τοξικολόγων |
Associação Europeia para Investigação e Desenvolvimento dos Meios de Comunicação para Surdos | Ευρωπαϊκή ΄Ενωση Πολύμορφης ΄Ερευνας και Ανάπτυξης για τους Κωφούς |
Associação Italiana de produtos cosméticos | Ιταλική ΄Ενωση Καλλυντικών Προϊόντων |
atenuador de absorção | απορροφητικός σιγαστήρας |
atenuador de absorção | απορροφητική ηχοπαγίδα |
atenuador por câmara de expansão | σιγαστήρας θαλάμων |
atenuador por câmara de expansão | ηχοπαγίδα θαλάμων |
audiometria da fala | ομιλητική ακουομετρία |
audiometria limiar de sons puros | ουδική τονική ακουομετρία |
audiómetro de sons puros | ακοομετρητής καθαρών τόνων |
auxiliar de enfermagem | βοηθός νοσοκόμος |
biologia floral da oliveira | ανθική βιολογία ελαιοδένδρων |
biombo de proteção | προστατευτικό πέτασμα |
biometria da pasta de papel | μικρομετρικά χαρακτηριστικά του ξυλοπολτού |
bolo de Drigalski | δοχείο Drigalski |
bomba de assistência de direção | αντλία ανάδρασης συστήματος διεύθυνσης |
bovotuberculina de Kock | βόεια φυματίνη KOCH |
caixa de doença de ofícios | ταμείο ασθενείας εμπορικού επιμελητηρίου |
caixa de Kolle | κουτί Kolle |
caixa de luvas | κιβώτιο με γάντια |
Caixa de Previdência Corporativa | ταμείο ασθενείας εμπορικού επιμελητηρίου |
caixa de "pronto-socorro" | κουτί πρώτων βοηθειών |
Caixa de Seguro dos Trabalhadores de Imprensa | Ταμείο Ασφαλίσεως Εργατών Τύπου |
Caixa Nacional de Previdência dos Engenheiros e Arquitetos | Εθνικό Γραφείο Προνοίας των Μηχανικών και Αρχιτεκτόνων |
Caixa Nacional de Previdência e Assistência dos Geómetras | Εθνικό Γραφείο Προνοίας και Αρωγής των Τοπογράφων |
Caixa Regional de Seguro de Doença | Περιφερειακό Ταμείο Ασφαλίσεως Ασθενείας |
carcaça dividida ao meio por um corte longitudinal ao longo da coluna vertebral | σφάγιο τεμαχισμένο στη μέση δια τομής κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης |
carência de ferro | σιδηροπενία |
carência de minerais | μεταλλοπενία |
casa de banho | μπάνιο |
casa de banho | λουτρό |
casa de convalescença | αναρρωτήριο |
casa de repouso | αναρρωτήριο |
casa de saúde | οίκος ευγηρίας |
cinase de proteína | πρωτεϊνική κινάση |
cinefluorografia intensificadora de imagem | ενισχυτής εικόνας ακτινοκινηματογραφίας |
classificação das diabetes | ταξινόμηση των σακχαρωδών διαβητών |
coeficiente de absorção sonora | συντελεστής ηχοαπορρόφησης |
coeficiente de assimilação | συντελεστής αφομοιώσεως |
coeficiente de atenuação de massa *de formação de pares | μερικός μαζικός συντελεστής εξασθένησης |
coeficiente de atenuação de massa fotoelétrica | μερικός μαζικός συντελεστής εξασθένησης |
coeficiente de atenuação de massa de difusão | μερικός μαζικός συντελεστής εξασθένησης |
coeficiente de atenuação linear | γραμμικός συντελεστής εξασθένησης |
coeficiente de atenuação total de massa | μαζικός συντελεστής εξασθένησης |
coeficiente de Atwater | συντελεστής ATWATER |
coeficiente de propagação sonora | συντελεστής διάδοσης ήχου |
coeficiente de reflexão sonora | συντελεστής ανάκλασης ήχου |
coeficiente de seleção | συντελεστής επιλογής |
coeficiente de semelhança | συντελεστής ομοιότητος |
coeficiente de transferência de energia de massa | μαζικός συντελεστής μεταφοράς ενέργειας |
coeficiente de transferência de energia de massa | μαζικός συντελεστής απορροφήσεως ενεργείας |
coeficiente médio de absorção sonora | μέσος συντελεστής ηχοαπορρόφησης |
colheita de amostras | δειγματοληψία |
colheita in vitro de embriões | "in vitro" συλλογή εμβρύων |
complexo de inferioridade | σύμπλεγμα κατωτερότητος |
cone de compressão | κώνος συμπίεσης |
Conferência Europeia de Bioética | Ευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη Βιοηθικής |
Conferência Internacional sobre a harmonização dos requisitos para registo de medicamentos | Διεθνής διάσκεψη για την εναρμόνιση των απαιτήσεων καταχώρισης των φαρμάκων |
Conferência Internacional sobre a harmonização dos requisitos para registo de medicamentos | Διεθνής Διάσκεψη για την Εναρμόνιση |
conferência sobre linhas de chamada telefónica SIDA | συνδιάσκεψη για τηλεφωνική υπηρεσία παροχής ενημέρωσης για θέματα AIDS |
conjunto de unidades de coleção | σύνολο μονάδων συλλογής |
conjunto de unidades de dispersão | σύνολο διάχυτων μονάδων |
Conselho de Administração da Agência Europeia para a Segurança e a Saúde no Trabalho | Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία |
Conselho de Direção da Agência Europeia para a Segurança e a Saúde no Trabalho | Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία |
Conselho Internacional de Controlo de Estupefacientes | Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου Ναρκωτικών |
Conselho Nórdico de Medicamentos | σκανδιναβικό συμβούλιο φαρμάκων |
Constituição da Organização Mundial da Saúde | Καταστατικός Χάρτης της Παγκοσμίου Οργανώσεως Υγείας |
contagem das colónias | καταμέτρηση των αποικιών |
contagem de células | περιεκτικότητα σε κύτταρα |
contraste de luminosidade | αντίθεση λαμπρότητας |
controlo automático de exposição | σύστημα αυτόματου ελέγχου έκθεσης |
controlo da descendência | έλεγχος των απογόνων |
controlo da especificidade da reação | δοκιμαστική χρήση ευαισθησίας στην αρχή της αντίδρασης |
Controlo da mosca tsé-tsé e da tripanossomíase | Πρόγραμμα καταπολέμησης της μύγας τσετσέ και της τρυπανοσωμίασης |
Controlo da mosca tsé-tsé e da tripanossomíase | Πρόγραμμα ελέγχου της μύγας Τσε-τσε και της Τρυπανοσωμίασης |
controlo das infeções | έλεγχος λοιμώξεων |
controlo de descendência | προγονικός έλεγχος |
controlo de descendência | έλεγχος καταγωγής |
controlo de descendência | δοκιμή απογόνων |
controlo de descendência | έλεγχος απογόνων |
controlo de doenças | έλεγχος νοσημάτων |
controlo de medição | μέτρηση ελέγχου |
controlo de perfórmance | έλεγος των αποδόσεων |
controlo de proteção | έλεγχος προστασίας |
controlo de proteção | έλεγχος ακτινοβολίας |
controlo de radiação | έλεγχος ακτινοβολίας |
controlo de radiação | έλεγχος προστασίας |
controlo de salubridade | υγειονομική επίσκεψη |
controlo do ruído ao longo dos canais de transmissão | έλεγχος θορύβου στην διαδρομή διάδοσης |
Convenção Europeia relativa à Proteção dos Animais nos Locais de Criação | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων στις εκτροφές |
Convenção Europeia sobre a Proteção dos Animais de Abate | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των προς σφαγή ζώων |
Convenção relativa à Elaboração de uma Farmacopeia Europeia | Σύμβαση για την εκπόνηση Ευρωπαϊκής Φαρμακοποιίας |
Convenção relativa à Reparação das Doenças Profissionais revista | Σύμβαση "περί αποζημιώσεως των επαγγελματικών ασθενειών" |
Convenção sobre os Efeitos Transfronteiriços de Acidentes Industriais | σύμβαση για τις διασυνοριακές επιπτώσεις των βιομηχανικών ατυχημάτων |
Convenção Única de 1961 sobre os Estupefacientes | Ενιαία Σύμβαση του 1961 "επί των ναρκωτικών" |
Convenção Única de 1961 sobre os Estupefacientes | Ενιαία Σύμβαση για τα Ναρκωτικά Φάρμακα |
cores da antraquinona | χρωστικές ανθρακινόνης |
corrente de contração | ρεύμα μυϊκής συστολής |
corrente de fibrilação | ρεύμα μαρμαρυγής |
corrente de separação | ρεύμα αποχωρισμού |
corrente nominal máxima de alimentação | μέγιστο ονομαστικό ρεύμα τροφοδοτικού |
corrente num tubo de raios X | ρεύμα λυχνίας ακτίνων Χ |
cripta epitélio da amígdala | αμυγδαλική κρύπτη |
cura de afastamento | θεραπεία αποσύρσεως |
cura de emagrecimento | θεραπεία αδυνατίσματος |
cura de emagrecimento de Banting | θεραπεία του Banting |
cura de emagrecimento de Banting | θεραπεία της παχυσαρκίας μέσω της στερήσεως των υδατανθράκων και της χορηγήσεως αζωτούχων ουσιών |
Código Internacional para a Comercialização dos Leites de Substituição | Διεθνής Κώδικας Εμπορικής Προώθησης Υποκατάστατων Μητρικού Γάλακτος |
defeito sintomático isolado da cartilagem | απλό συμπτωματικό χόνδρινο έλλειμμα |
deficiente do aparelho de locomoção | άτομο μειωμένης κινητικότητας |
deficiência de alfa-1-antitripsina | έλλειψη α1-αντιθρυψίνης |
deficiência de visão profissional | επαγγελματική οφθαλμική νόσος |
deficiência familiar da lipoproteína lípase | ανεπάρκεια λιποπρωτεϊνικής λιπάσης |
depósito de estéreis | αποθέσεις στείρων |
descida da pressão sanguínea | πτώση της αρτηριακής πιέσεως |
descida da tensão sanguínea | πτώση της αρτηριακής πιέσεως |
destruidor das amebas | αμοιβαδοκτόνος |
dipalmitato de piridoxina | διπαλμιτική πυριδοξίνη |
diploma comprovativo da conclusão do internato geral | πιστοποιητικό αναγνωρίσεως εσωτερικού ιατρού γενικής ιατρικής |
diploma de enfermagem geral | δίπλωμα νοσοκόμου γενικής περίθαλψης |
diploma de Estado de doutor em medicina | κρατικό δίπλωμα διδάκτορος ιατρικής |
diploma de Estado de doutor em medicina, cirurgia e partos | κρατικό δίπλωμα ιατρικής, χειρουργικής και μαιευτικής |
diploma de estágio de especialista | δίπλωμα ειδικότητας γενικής παθολογίας |
diploma de habilitação para o exercício da medicina e da cirurgia | δίπλωμα αδείας ασκήσεως της ιατρικής και της χειρουργικής |
diploma de licenciatura em medicina | δίπλωμα διδάκτορα ιατρικής |
diploma de licenciatura em medicina | πτυχίο ιατρικής |
diploma de licenciatura em medicina e cirurgia | δίπλωμα αποφοίτου ιατρικής και χειρουργικής |
diploma de médico especialista | πιστοποιητικό ειδικού ιατρού |
diploma de parteira | πολυτεχνικό δίπλωμα μαιευτικής |
diploma de parteira | δίπλωμα μαίας |
diploma de parteira | διπλωματούχος μαία |
diploma estatal de farmacêutico | κρατικό δίπλωμα φαρμακοποιού |
diploma legal de doutor em medicina, cirurgia e partos | κρατικό δίπλωμα διδάκτορος ιατρικής |
diploma legal de medicina | κρατικό δίπλωμα ιατρικής |
diploma politécnico de parteira | δίπλωμα μαίας |
diploma politécnico de parteira | πολυτεχνικό δίπλωμα μαιευτικής |
diploma universitário de doutor em medicina | πανεπιστημιακό δίπλωμα διδάκτορος ιατρικής |
doação de sangue | αιμοδοσία |
doação de sangue para autotransfusão | αυτόλογη αιμοδοσία |
efeito da mesma classe farmacológica de medicamentos | φαρμακολογικές επιδράσεις κατηγορίας |
efeito de alarme | φοβική αντίδραση |
efeito de coincidência | επίδραση συμβολής |
efeito de coincidência | επίδραση επαλληλίας |
efeito de consciência alterada | ψυχότροπο αποτέλεσμα |
efeito de direcionalidade | φαινόμενο κατευθυντικότητας |
efeito de dissimulação | φαινόμενο απόκρυψης |
efeito de Haas | φαινόμενο Haas |
efeito de indução de tumores | πρόκληση όγκων |
efeito de surpresa | φοβική αντίδραση |
enfraquecimento da perceção das cores e das formas | εξασθενημένη αντίληψη των χρωμάτων |
enfraquecimento da transmissão | απόσβεση μετάδοσης |
enfraquecimento da transmissão | απώλειες διαδρομής |
ensaio comparativo de campo | συγκριτική επιτόπια δοκιμασία |
ensaio da imunoperoxidase em monocamada | μονόστιβη δοκιμασία ανοσοϋπεροξυδάσης |
ensaio de fluorescência | δοκιμασία φθορισμού |
ensaio de imunofluorescência indireta | δοκιμασία έμμεσου ανοσοφθορισμού |
ensaio de polarização fluorescente | δοκιμασία φθορισμομετρίας πολωμένου φωτός |
ensaio de polarização fluorescente | δοκιμασία φθορισμού πόλωσης |
ensaio de seroneutralização | ορολογική δοκιμή εξουδετέρωσης |
ensaio de seroneutralização | δοκιμασία αδρανοποίησης ορού |
ensaio de seroneutralização | δοκιμή εξουδετέρωσης ορού |
ensaio simples de grandes dimensões | ευρεία απλή δοκιμή |
equilíbrio de fotões | ισοζύγιο φωτονίων |
equipas de intervenção direta | εργασία εκτός δομών |
espessura da prega de pele | πάχος της πτυχής του δέρματος |
espetro da linguagem | φάσμα συχνοτήτων ομιλίας |
estação de controlo de descendência | κέντρο προγονικού ελέγχου |
estação de cura climática | κέντρο κλιματοθεραπείας |
estação de evisceração | τμήμα απεντέρωσης |
estação de quarentena | σταθμός καραντίνας |
estação de quarentena | απομονωτήριο |
estimulante de crescimento | αυξητικός παράγοντας |
estimulante de crescimento | αυξητική ουσία |
Estratégia da UE de Luta contra a Droga 2013-2020 | Στρατηγική της ΕΕ για τα ναρκωτικά 2013-2020 |
estratégia de luta contra a droga | στρατηγική για τα ναρκωτικά |
estratégia de luta contra a droga | στρατηγική για την καταπολέμηση των ναρκωτικών |
Estratégia Europeia de Gestão dos Riscos | στρατηγική της ΕΕ για τη διαχείριση κινδύνων |
Estratégia europeia em matéria de saúde | ευρωπαϊκή στρατηγική στον τομέα της υγείας |
estratégia telemática da UE | στρατηγική της ΕΕ για την τηλεματική |
exigência de polícia sanitária | απαίτηση υγειονομικού ελέγχου |
exploração de ovinos oficialmente indemne de epididimiorquite infecciosa do carneiro Brucella ovis | εκμετάλλευση προβάτων επίσημα απαλλαγμένη από μολυσματική επιδυδιμίτιδα των κριώνB.ovis |
exploração de ovinos ou caprinos oficialmente indemne de brucelose | εκμετάλλευση αιγοπροβάτων επίσημα απαλλαγμένη από βρουκέλλωση |
exploração de ovinos ou de caprinos indemne de bruceloseB.melitensis | εκμετάλλευση αιγοπροβάτων απαλλαγμένη από βρουκέλλωσηB.melitensis |
exploração de ovinos ou de caprinos indemne de bruceloseB.miletensis | εκμετάλλευση αιγοπροβάτων επίσημα απαλλαγμένη από βρουκέλλωσηB.melitensis |
exploração de ovinos ou de caprinos indemne de brucelose | εκμετάλλευση αιγοπροβάτων απαλλαγμένη από βρουκέλλωση |
exploração indemne de leucose bovina enzoótica | εκμετάλλευση απαλλαγμένη ενζωοτικής λεύκωσης βοοειδών |
exploração oficialmente indemne de brucelose | εκμετάλλευση βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη βρουκέλλωσης |
exploração oficialmente indemne de tuberculose | εκμετάλλευση βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη φυματίωσης |
exploração suspeita de estar infetada | εκμετάλλευση για την οποία υπάρχουν υπόνοιες μόλυνσης |
facomatose de Sturge-Weber | σύνδρομο Sturge-Weber |
factor de difusão | παράγοντας σκέδασης |
factor de utilização | συντελεστής χρήσης |
Faculdade de Higiene Sanitária de Atenas | υγειονομική σχολή Αθηνών |
Faculdade de Higiene Sanitária de Atenas | Υγειονομική Σχολή Αθήνας |
falta de apetite | ανορεξία (Anorexia) |
falta de oxigénio por histotoxicidade | ιστοτοξική υποξαιμία |
falta de uniformidade dos animais destinados a abate | ανομοιογένεια των ζώων |
fator da necrose tumoral | παράγοντας νέκρωσης του όγκου |
fator da necrose tumoral | καρκινικό κύτταρο του TNF |
fator de correção de incidência aleatória | διορθωτής τυχαίας πρόσπτωσης |
fator de dano | παράγοντας βλάβης της υγείας |
fator de dano | παθογενής παράγοντας |
fator de direcionalidade | συντελεστής κατευθυντικότητας |
fator de equivalência tóxica | συντελεστής τοξικής ισοδυναμίας |
fator de melhoramento | παράγοντας βελτίωσης |
fator de necrose dos tumores | καρκινικό κύτταρο του TNF |
fator de necrose dos tumores | παράγοντας νέκρωσης του όγκου |
fator de necrose tumoral | καρκινικό κύτταρο του TNF |
fator de necrose tumoral | παράγοντας νέκρωσης του όγκου |
fator de ocupação | συντελεστής κατοχής |
fator de ponderação de radiação | συντελεστής στάθμισης ακτινοβολίας |
fator de ponderação tecidular | συντελεστής στάθμισης ιστού |
fator de prejuízo | παθογενής παράγοντας |
fator de prejuízo | παράγοντας βλάβης της υγείας |
fator de qualidade Q | συντελεστής ποιότηταςQ |
fator de qualidade efetivo | ενεργός συντελεστής ποιότητας |
fator de retrodifusão | παράγοντας οπισθοσκέδασης |
fator de stresse | παράγοντας άγχους |
fator de tensão | παράγοντας στρες |
fator de tensão | παράγοντας άγχους |
fator estimulante das colónias de granulócitos bovinos peguilados | πεγκυλιωμένος βόειος παράγοντας διέγερσης αποικιών κοκκιοκυττάρων |
fator pico de difusão | παράγοντας σκέδασης κορυφής |
fator psicossocial no ambiente de trabalho | ψυχοκοινωνικός παράγοντας του εργασιακού περιβάλλοντος |
fator sérico de bovino | παράγοντας βόειου ορού |
fatores físicos de tensão | παράγοντας φυσικού στρες |
fatores físicos de tensão | παράγοντας φυσικής επιβάρυνσης |
fenómeno de Kõbner | πομφολυγώδης επιδερμολυσία |
fenómeno de Raynaud | νόσος του Raynaud |
fibroblasto de embrião de pinto | ινοβλάστες εμβρύου όρνιθας |
fibrose causada por mistura de poeiras | ίνωση από μίγμα σκόνης |
ficha de inspeção | ερωτηματολόγιο επιθεώρησης |
ficha de segurança | δελτίο δεδομένων περί ασφαλείας |
ficha de transporte de emergência | Καρτέλα'Εκτακτης Ανάγκης κατά τη Μεταφορά |
filtro de bordo | οριακό φίλτρο |
filtro de compensação | φίλτρο αντιστάθμισης |
filtro de gás | ειδικό φίλτρο προστασίας από επιβλαβή αέρια |
filtro de oitava | φίλτρο οκτάβας |
filtro de poeiras | φίλτρο για την σκόνη |
filtro de Thoraeus | φίλτρο Thoraeus |
foco de doença | εστία ασθένειας |
foco de doença | τόπος εμφάνισης ασθένειας |
foco de doença | εστία |
foco de doença | εμφάνιση ασθένειας |
forma sistémica de artrite juvenil | νόσος Still |
forma sistémica de artrite juvenil | παιδική ρευματοειδής αρθρίτιδα |
formação de arbustos | θαμνώδης |
formação de micorrizas | μυκορριζική σχέση |
fundo comunitário de investigação e informação no domínio do tabaco | Κοινοτικό ταμείο έρευνας και ενημέρωσης στον τομέα του καπνού |
Fundo das Nações Unidas para a Luta contra o Abuso das Drogas | Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση των ναρκωτικών |
fundo de assistência | ταμείο πρόνοιας |
fundo de solidariedade sanitária | ταμείο υγειονομικής αλληλεγγύης |
Fundo Imperial de Investigação do Cancro | Αυτοκρατορική Αντικαρκινική Εταιρεία |
Fundo Mundial de Luta contra a Sida, a Tuberculose e o Paludismo | Διεθνές ταμείο για την καταπολέμηση του AIDS, της φυματίωσης και της ελονοσίας |
fusão de protoplastos | σύντηξη πρωτοπλαστών |
gama de acomodação | εύρος προσαρμογής |
gargolismo da síndrome de Hunter | σύνδρομο Hunter |
gargolismo da síndrome de Hunter | βλεννοπολυσακχαρίδωση τύπου ΙΙ |
golpe de coelho | σύνδρομο αυχενικού τραυματισμού |
gravidade de um acidente | σοβαρότητα τραυματισμού |
gravidade de um acidente | σοβαρότητα ατυχήματος |
hidrato de cloro | υδρίτης χλωράλης |
hidrocloreto de L-carnitina | υδροχλωρική L-καρνιτίνη |
hidrocloreto de metilfenidato | μεθυλοφαινιδικό υδροχλωρικό άλας |
hidrocloreto de piridoxina | υδροχλωρική πυριδοξίνη |
hormona de crescimento | φυτική ορμόνη |
hormona de crescimento | ορμόνη ανάπτυξης |
hormona de estimulação dos folículos | θυλακοδιεγερτική ορμόνη |
hormona de libertação de gonadotropina | ορμόνη που ελευθερώνει τη γονοδοτροφίνη |
Hormona Libertadora da Gonadotrofina | ορμόνη που ελευθερώνει τη γονοδοτροφίνη |
inalador de dose calibrada | βαθμονομημένο δοσίμετρο εισπνοής |
inalador de dose calibrada | δοσιμετρική συσκευή εισπνοής |
inalador de dose calibrada | ανασκευασμένος ΕΚΔ |
inalador de dose única | εισπνευστήρας μιας δόσεως |
inalador de pó seco | εισπνευστήρας ξηράς κόνεως |
informação da eficiência no trabalho | εργονομία της πληροφορίας |
ingestão de álcool | λήψη οινοπνεύματος |
ingestão de álcool | κατάποση αλκοόλ |
Iniciativa em matéria de saúde juvenil | πρωτοβουλία για την υγεία των νέων |
inspecionar a proteção da saúde pública | η επίβλεψη της υγειονομικής προστασίας του πληθυσμού |
inspecção no quadro da farmacovigilância | επιθεωρήσεις φαρμακοεπαγρύπνησης |
inspetor de aviário | ελεγκτής κρέατος πουλερικών |
instalação de atordoamento | εγκατάσταση αναισθητοποίησης |
instalação de biocontenção | κτιριακή εγκατάσταση με προδιαγραφές βιοασφάλειας |
instalação de biossegurança | κτιριακή εγκατάσταση με προδιαγραφές βιοασφάλειας |
instalação de passagem | ενδιάμεση τοποθεσία |
instalação de raios X | εγκατάσταση ακτίνων Χ |
instalação para a colheita de sémen | μονάδα συλλογής σπέρματος |
instalação para desinfeção de calçado | εγκαταστάσεις απολυμάνσεως υποδημάτων |
instituições de seguro e de previdência | φορείς ασφάλισης και πρόνοιας |
instruções de segurança | οδηγία για την ασφάλεια του εργαζόμενου |
insuficiência de oxigénio por histotoxicidade | ιστοτοξική υποξαιμία |
lavagem da vagina artificial | εκπλύματα τεχνητού κόλπου |
leis das cores de Grassmann | νόμοι των χρωμάτων του Grassmann |
leis de difusão de Graham | νόμοι διαχύσεως του Graham |
limpeza da exploração infetada | καθαρισμός της μολυσμένης εκμετάλλευσης |
linfoma de alto grau de malignidade | λέμφωμα υψηλού βαθμού κακοήθειας |
linfoma de alto grau de malignidade | λέμφωμα υψηλής κακοήθειας |
linfoma de baixo grau de malignidade | λέμφωμα χαμηλού βαθμού κακοήθειας |
linfoma de baixo grau de malignidade | λέμφωμα χαμηλής κακοήθειας |
linfoma de células multilobulares | κακοήθης ιστιοκυττάρωση |
linfoma de Pinkus | κακοήθης ιστιοκυττάρωση |
mafia das hormonas | μαφία των ορμονών |
martelo de esponja | εξόγκωμα από αφρώδες ελαστικό |
mastigação da folha de coca | μάσησις φύλλων κόκας |
materiais de propagação generativa | πολλαπλασιαστικό υλικό εγγενούς πολλαπλασιασμού |
materiais de reprodução generativa | πολλαπλασιαστικό υλικό εγγενούς πολλαπλασιασμού |
material de reanimação | εξοπλισμός αναζωογόνησης |
material de risco especificado | ειδικό υλικό κινδύνου |
material de risco específico | ειδικό υλικό κινδύνου |
material experimental resultante de hibridação | πειραματικό υλικό προερχόμενο από υβριδισμό |
material objeto de irradiação | υλικό στόχου της ακτινοβόλησης |
matérias de risco especificadas bovinas | ειδικά υλικά κινδύνου βοοειδών |
matérias de risco específico | ειδικό υλικό κινδύνου |
microplaca de fundo plano | τρυβλίο μικροτιτλοδότησης επίπεδου πυθμένα |
microplaca de fundo plano para cultura de tecidos | ρηχού πυθμένα βαθμολογημένη επίπεδη πλάκα ιστοκαλλιέργειας με πολλαπλά βοθρία που χρησιμοποιούνται ως πολλαπλοί δοκιμαστικοί σωλήνες |
modificador de crescimento | τροποποιητής ανάπτυξης |
monoestearato de polioxietileno 20 sorbitano polissorbato 60 | μονοστεατική πολυοξυ-αιθυλενο-σορβιτάνη Polysorbate 60 ; μονοστεατικός εστέρας της πολυοξυαιθυλενο20-σορβιτάνης πολυσορβικό 60 ; Ε 435 |
mononitrato de tiamina | μονονιτρική θειαμίνη |
monopalmitato de polioxietileno 20 sorbitano polissorbato 40 | μονοπαλμιτική πολυοξυ-αιθυλενο-σορβιτάνη polysorbate 40 ; μονοπαλμιτικός εστέρας της πολυαιθυλενο20-σορβιτάνης πολυσορβικό 40 ; Ε 434 |
monoésteres de propilenoglicol 1,2-propanodiol e dos ácidos gordos alimentares, isolados ou em misturas com diésteres | εστέρες λιπαρών οξέων με προπανοδιόλη-1,2; μονοεστέρες του propan-1,2 diol propylene glycol και εδώδιμων λιπαρών οξέων μόνα ή σε μείγματα με δι-εστέρες; Ε 477 |
mutação de genoma | μετάλλαξη γενώματος |
necessidade de capitais | ανάγκες σε κεφάλαιο |
nervo de Cyon | νεύρο του Cyon |
nódulo de resina | πώμα εκ ρητίνης |
o cheiro é insuficiente quando o valor limite de exposição é ultrapassado! | η οσμή αποτελεί ανεπαρκή προειδοποίηση σχετικά με την υπέρβαση της οριακής τιμής έκθεσης! |
o chumbo acumulado no esqueleto das pessoas que envelhecem pode ser solubilizado ou mobilizado | κινητοποίηση του μολύβδου από τα οστά των ανθρώπων που γερνούν |
o chumbo provoca lesões ao nível da membrana eritrocitária | ο μόλυβδος προκαλεί βλάβες στη μεμβράνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων |
o consumo de bebidas alcoólicas aumenta os efeitos nocivos | χρήση οινοπνευματωδών ποτών αυξάνει τις βλαβερές επιδράσεις |
olhos de soldador | κερατοειδίτις ή κερατίτις παρατηρούμενη στους συγκολλητές |
palha da papoila | άχυρο μήκωνος |
parecer médico de inaptidão | ιατρική γνωμοδότηση περί ελλείψεως σωματικής ικανότητας |
pentóxido de fósforo | πεντοξείδιο του φωσφόρου |
pentóxido de fósforo | φωσφορικός ανυδρίτης |
perfil de segurança | εικόνα ασφάλειας |
Perguntas e respostas sobre a retirada de um pedido | ερωτήσεις και απαντήσεις σχετικά με την απόσυρση της αίτησης |
peroxidase de rábano | υπεροξειδάση από ραφανίδα |
peroxidase de rábano silvestre | υπεροξειδάση από ραφανίδα |
potência de um grupo radiogéneo | ισχύς εξόδου γεννήτριας υψηλής τάσης |
produto de beleza | προϊόν καλλωπισμού |
produto de emagrecimento | αντιπαχυντικό φάρμακο |
produto de emagrecimento | φάρμακο αδυνατίσματος |
produto de higiene fabricado em papel-tecido | προϊόν σωματικής υγιεινής με βάση το χαρτί |
produto de liberação prolongada | προϊόν παρατεταμένης διάρκειας |
produto derivado de sangue | προϊόν αίματος |
produto do tabaco de fumar | προϊόν καπνού για κάπνισμα |
produto para cuidados de saúde | προϊόν για υγειονομική φροντίδα |
produtos biocidas de baixo risco | βιοκτόνο περιορισμένου κινδύνου |
profissional de saúde | επαγγελματίας υγείας |
profissional de saúde dos animais aquáticos | επαγγελματίας της υγείας των υδρόβιων ζώων |
prova de aglutinação microscópica | μικροσκοπική δοκιμή συγκόλλησης |
prova de antigénio brucélico tamponado | δοκιμασία με βρουκελλικό αντιγόνο σε ρυθμιστικό διάλυμα |
prova de antigénio brucélico tamponado | ρυθμιστική δοκιμασία αντιγόνου βρουκελλώσεως |
prova de antigénio brucélico tamponado | δοκιμασία με βρουκελλικό αντιγόνο ρυθμισμένο ως προς το pΗ |
prova de descendência | έλεγχος απογόνων |
prova de descendência | έλεγχος καταγωγής |
prova de descendência | δοκιμή απογόνων |
prova de descendência | προγονικός έλεγχος |
prova de ebulição | δοκιμή του βρασμού |
prova de idade | αποδεικτικό ηλικίας |
prova de imunodifusão em ágar-gel | δοκιμή ανοσο-διάχυσης σε πήγμα αγαρόζης |
prova de marcação com crómio radioativo | ραδιοχρωμοτέστ |
prova de não sensibilização à tuberculina | δοκιμή μη ευαισθητοποίησης σε φυματίνη |
prova de rotina de tuberculina | συνήθης δοκιμή φυματινισμού |
prova de seroneutralização | δοκιμασία αδρανοποίησης ορού |
prova de seroneutralização | δοκιμή εξουδετέρωσης ορού |
prova de seroneutralização | ορολογική δοκιμή εξουδετέρωσης |
prova intradérmica da tuberculina | δοκιμή ενδοθερμικής φυματίνης |
radioterapia de contacto | θεραπεία με ακτίνες Χ εξ επαφής |
radioterapia em oposição de campo | θεραπεία με αντίθετα πεδία |
reagente internacional de referência | διεθνές πρότυπο αντιδραστήριο |
reagente nacional de referência | εθνικό πρότυπο αντιδραστήριο |
reagentes-padrão de trabalho | πρότυπο αντιδραστήριο εργασίας |
redutor das dores | αναλγητικό |
redução da capacidade auditiva | ανικανότητα ακοής |
redução da capacidade auditiva causada pelo ruído | θορυβογενής βαρηκοΐα |
redução da qualidade laboral | μειωμένη απόδοση εργασίας |
regime de abate seletivo | πρόγραμμα επιλεκτικής σφαγής |
regime de ajuda à transformação de vitelos | καθεστώς ενισχύσεων για την μεταποίηση των μόσχων |
regime de exportação com base datal | εξαγωγικό καθεστώς με χρονολογική βάση |
regime de funcionamento | παράγοντες λειτουργίας |
regime mais de trinta meses | πρόγραμμα για τα ζώα ηλικίας άνω των τριάντα μηνών |
registador gráfico de nível | γραφικός καταγραφέας στάθμης |
regulador de respiracáo a hiperpressão | ρυθμιστής αναπνοής με πίεση |
regulação automática do tempo de exposição | αυτόματος ρύθμισις του χρόνου εκθέσεως |
resíduo de medicamento veterinário | κατάλοιπο κτηνιατρικού φαρμάκου |
saco de Stomacher | σακούλα Stomacher |
sequência de nucleótidos | αλληλουχία νουκλεοτιδίων |
sequência de nucleótidos | νουκλεοτιδική αλληλουχία |
sequência de pró-vírus | αλληλουχία προϊού |
Sistema Comunitário de Informação Computorizada sobre os Problemas dos Deficientes | Μηχανογραφημένο σύστημα πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για τα προβλήματα των μειονεκτούντων ατόμων |
sistema de alarmede radiação | σύστημα προειδοποίησης |
sistema de alerta precoce | σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης |
Sistema de Alerta Rápido | σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών |
Sistema de Alerta Rápido | σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την ασφάλεια των τροφίμων |
Sistema de Alerta Rápido e de Resposta | σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης και αντίδρασης |
sistema de alerta rápido e de resposta para a prevenção e controlo das doenças transmissíveis | σύστημα έγκαιρου συναγερμού και αντίδρασης για την πρόληψη και τον έλεγχο μεταδοτικών ασθενειών |
Sistema de Alerta Rápido e Resposta | σύστημα έγκαιρου συναγερμού και αντίδρασης για την πρόληψη και τον έλεγχο μεταδοτικών ασθενειών |
Sistema de Alerta Rápido para os Géneros Alimentícios e Alimentos para Animais | Σύστημα ταχείας ενημέρωσης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές |
Sistema de Alerta Rápido para os Géneros Alimentícios e Alimentos para Animais | Σύστημα ταχείας ειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές |
sistema de ativação metabólica exógeno de mamíferos | σύστημα εξωγενούς μεταβολικής ενεργοποίησης θηλαστικού |
Sistema de Classificação Anatómica, Terapêutica e Química | σύστημα ταξινόμησης ATC ανατομική, θεραπευτική, χημική ταξινόμηση |
sistema de cobrição | τρόπος σύζευξης |
Sistema de Controlo Sanitário das Importações provenientes de Países Terceiros nos Postos de Inspecção Fronteiriços | Σύστημα για τον υγειονομικό έλεγχο των εισαγωγών από τρίτες χώρες στους μεθοριακούς σταθμούς ελέγχου |
sistema de correção auditiva | σύστημα ακουστικής βοήθειας |
sistema de deslocação para deficiente visual | σύστημα μετακίνησης για άτομα με πρόβλημα στην όραση |
sistema de despistagem | σύστημα μαζικής εξέτασης |
sistema de farmacovigilância | συστήµατα φαρµακοεπαγρύπνησης |
sistema de gestão da informação sobre os controlos oficiais | σύστημα διαχείρισης πληροφοριών για τους επίσημους ελέγχους |
sistema de gestão dos riscos | σύστημα διαχείρισης κινδύνων |
Sistema de Informação Comunitário Saúde e Segurança no Local de Trabalho | κοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας |
sistema de informação hospitalar | νοσοκομειακό πληροφορικό σύστημα |
sistema de informação hospitalar | ιατρικό πληροφορικό σύστημα |
sistema de prescrições legais | σύστημα νόμιμης συνταγής |
sistema de prescrições legais | σύστημα νομίμων συνταγών |
sistema de revisão PIM | σύστημα επανεξέτασης της διαχείρισης πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα |
sistema de sonda fluorescente de hidrólise, com iniciador | σύστημα εκκινητή/φθορίζοντος ανιχνευτή υδρόλυσης |
Sistema de Troca Rápida de Informação | σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την ασφάλεια των τροφίμων |
Sistema de Troca Rápida de Informação | σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών |
sistema de vigilância da resistência aos antimicrobianos | σύστημα επιτήρησης της μικροβιακής αντοχής |
sistema de vigilância da saúde | σύστημα παρακολούθησης της υγείας |
sistema de vigilância sanitária das doenças transmissíveis no âmbito da rede europeia de informação em matéria de saúde pública | σύστημα παρακολούθησης της υγείας για τις μεταδοτικές ασθένειες - ευρωπαϊκό δίκτυο ενημέρωσης για τη δημόσια υγεία |
sistema europeu de observação e de recolha de informações sobre a saúde e a segurança no local de trabalho | ευρωπαϊκό σύστημα παρατήρησης και συλλογής πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια και την υγεία στο χώρο της εργασίας |
sistema europeu de registo | Ευρωπαϊκό σύστημα έγκρισης |
Sistema Europeu de Vigilância da Resistência aos Antimicrobianos | Ευρωπαϊκό δίκτυο επιτήρησης της μικροβιακής αντοχής |
sistema europeu de vigilância da saúde | ευρωπαϊκό σύστημα παρακολούθησης της υγείας |
Sistemas de Telemática-Cuidados de Saúde | Τηλεματικά συστήματα - Υγειονομική περίθαλψη |
síndrome de Sturge-Weber | σύνδρομο Sturge-Weber |
teor de células | περιεκτικότητα σε κύτταρα |
teor de matérias gordas | περιεκτικότητα σε λιπαρά |
teor de matérias gordas | περιεκτικότητα σε λίπη |
teor máximo de alcatrão dos cigarros | ανώτατο όριο περιεκτικότητας σε πίσσα των τσιγάρων |
teor máximo de resíduos | ανώτατο όριο καταλοίπων |
teor máximo de resíduos | υποχρεωτικό ανώτατο όριο καταλοίπων |
teoria acústica da dispersão | θεωρία της ακουστικής διασποράς |
teoria de Dartnall | θεωρία του Dartnall |
teoria de Hazen | θεωρία του Hazen |
transfecção de cromossomas | μεταμόλυνση των χρωματοσωμάτων |
trometamina de etiproston | ετιπροστίνη τρομεθαμίνη |
um quarto de máscara facial | μάσκα ενός τετάρτου |
vacinação de emergência | επείγων εμβολιασμός |
vacinação de emergência | εμβολιασμός εκτάκτου ανάγκης |
vacinação de urgência | εμβολιασμός επείγουσας ανάγκης |
variante da doença de Creutzfeldt-Jakob | παραλλαγή της νόσου Creutzfeldt-Jakob |
variante de Creutzfeldt-Jakob | παραλλαγή της νόσου Creutzfeldt-Jakob |
vedação de proteção sanitária | γραμμή προστασίας |
veneno de abelha | δηλητήριο της μέλισσας |
veneno de serpente | δηλητήριο φιδιού |
vigia de observação | παράθυρο παρατήρησης |
vigilância da saúde | ιατρική παρακολούθηση |
vigilância da saúde | επίβλεψη υγείας |
vigilância da saúde | επίβλεψη της υγείας |
Vigilância Europeia do Consumo de Antibióticos | Eυρωπαϊκό σχέδιο για την επιτήρηση της κατανάλωσης αντιμικροβιακών ουσιών |
Vigilância Europeia do Consumo de Antibióticos | ευρωπαϊκή επιτήρηση κατανάλωσης αντιβιοτικών |
visita de controlo sanitário | επίσκεψη υγειονομικού ελέγχου |
óculos de proteção contra os raios visíveis | γυαλιά προστασίας από τις ορατές ακτινοβολίες |
óculos de segurança | γυαλιά ασφαλείας |
óleo da papoila | οπός μήκωνος |
óleo de fígado de bacalhau | μουρουνόλαδο |
óleo de fígado de bacalhau | μουρουνέλαιο |
óleo de onagra | έλαιο του onagre |
óleo de sassafrás | έλαιο σασσάφρου |
óxido de albendazole | οξείδιο της αλβενδαζόλης |
óxido de zinco | οξείδιο του ψευδαργύρου |