DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Coal containing ποσότητα | all forms
GreekSpanish
ανατίναξη με μειωμένη ποσότητα εκρηκτικούexplosión por infracarga
ανατίναξη με υπερβολική ποσότητα εκρηκτικής ύληςexplosión por sobrecarga
μέγιστη ποσότητα αποθηκευμένων εκρηκτικών υλώνcontenido máximo del depósito
ποσότητα αέρα επιφορτισμένη με κόνι αναμιγνύεται με τον αέρα φορέαUna cantidad de aire cargado de polvo se mezcla con el aire portador.
ποσότητα εκρηκτικών υλών αποθήκηςcontenido del depósito
υπόλοιπο διατρήματος φέρον ποσότητα εκρηκτικής ύλης μετά από έκρηξηresiduo de explosivo
υπόλοιπο διατρήματος φέρον ποσότητα εκρηκτικής ύλης μετά από έκρηξηculata