Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
French
Terms
for subject
Medical
containing
μεγάλης
|
all forms
Greek
French
γονιδίωμα
μεγάλης
εμπορικής σημασίας
génôme d'intérêt économique majeur
εκκόλπωμα
μεγάλης
αρθρώσεως
grossesse sur endosalpingiose
ηλεκτροκαρδιογραφία
μεγάλης
ενίσχυσης
électrocardiographie à haute amplification
ιατρική επίσκεψη
μεγάλης
διάρκειας
consultation de longue durée
ιατρική επίσκεψη
μεγάλης
διάρκειας
consultation chronophage
κατάστασις που παρατηρείται σε στρατιώτες,μετά
μεγάλης
κοπώσεως και χαρακτηρίζεται από διάχυτους πόνους,κόπωση,ευερεθιστικότητα και αϋπνία
plexalgie
κατάστασις της
μεγάλης
επιληψίας
état de mal épileptique
(status epilepticus)
μαζική εξωτερική αιμοραγία από διάτρηση
μεγάλης
αρτηρίας
hémorragie massive
μαζική εξωτερική αιμοραγία από διάτρηση
μεγάλης
αρτηρίας
hémoptysie
μικροχλωρίδα της
μεγάλης
κοιλίας των μηρυκαστικών
flore de la panse
ουσία
μεγάλης
κυτταρικής τοξικότητας
substance à forte toxicité cellulaire
παραγωγή
μεγάλης
ποσότητας σπέρματος
éjaculation de volume élevé
φασματογραφία μάζας
μεγάλης
διαχωριστικής ικανότητας
spectrométrie de masse à haute résolution
Get short URL