DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Medical containing Έδαφος | all forms
GreekEnglish
έδαφος της πυέλουpelvic floor
έδαφος της πυέλουfloor of the pelvis
ανόργανο έδαφοςmineral soil
ασβεστώδες έδαφοςcalciferous soil
βαδίζων με όλο το πέλμα στο έδαφοςplantigrade
δοκιμασία σε τεχνητό έδαφοςartificial soil test
ζων σε ασβεστούχο έδαφοςcalcicolous
ζων σε ασβεστούχο έδαφοςcalciphil
ζων σε ασβεστούχο έδαφοςcalcicole
μεταλλικό έδαφοςmineral soil
μονίμως παγωμένο έδαφοςpermafrost
πυελικό έδαφοςpelvic floor
πυελικό έδαφοςfloor of the pelvis
το έδαφος της 4ης κοιλίας του εγκεφάλουsuperior part of the rhomboid fossa
το έδαφος της 4ης κοιλίας του εγκεφάλουmiddle lobe of the hypophysis
το έδαφος της 4ης κοιλίας του εγκεφάλουintermedial part of the rhomboid fossa
όξινο έδαφοςacid soil