English | Greek |
ability to establish social contacts | ικανότης να κάνεις κοινωνικές επαφές |
ability to induce chromosonal aberrations | ικανότητα πρόκλησης χρωμοσωμικής απόκλισης |
ability to induce immunity | ικανότητα να ανοσοποιώ |
ability to interact | ικανότητα αλληλεπίδρασης |
ability to obtain homogeneous mixtures | δυνατότητα λήψης ομογενών μιγμάτων |
ability to perform the sexual act | σεξουαλική ικανότης |
ability to think | διανοητική ικανότητα |
absence of the law of property in relation to the embryo | απουσία νόμου ιδιοκτησίας σχετικά με το έμβρυο |
access to the deposited biological material | πρόσβαση στο κατατεθειμένο βιολογικό υλικό |
addiction to narcotics | τοξικομανία |
addiction to narcotics | εθισμός στα ναρκωτικά |
agent used to diagnose the state of immunity | παράγων που χρησιμοποιείται για τη διάγνωση του βαθμού ανοσοποιήσεως |
agent used to produce active immunity | παράγων που χρησιμοποιείται για την πρόκληση ενεργητικής ανοσοποιήσεως |
agent used to produce passive immunity | παράγων που χρησιμοποιείται για την πρόκληση παθητικής ανοσοποιήσεως |
allergy to contrast media | αλεργία στις σκιαγραφικές ουσίες |
allergy to peanut | αλλεργία στις αραχίδες |
allergy to penicilline | αλλεργία στην πενικιλλίνη |
allergy to pollen | γυρίαση |
allergy to pollen | αλλεργία από γύρη |
allergy to pollen | αλλεργική ρινίτιδα |
allergy to rubber | αλλεργία στο καουτσούκ |
allergy to spices | αλλεργία στα καρυκεύματα |
amount still to be paid up | ποσό μη εξοφληθέν των μετοχών |
animal to be reared | εκτρεφόμενο ζώο |
annual doses to the operators | ετήσιες δόσεις στο προσωπικό λειτουργίας |
anorectal inflammation due to hemorrhoids | αιμορροϊδική πρωκτίτιδα |
antibody to HBcAg | αντίσωμα έναντι του πυρηνικού αντιγόνου του ιού της ηπατίτιδας Β |
antibody to hepatitis B core antigen | αντίσωμα έναντι του πυρηνικού αντιγόνου του ιού της ηπατίτιδας Β |
antigen homologous to the antibody | ομόλογο αντιγόνο του αντισώματος |
artery to ductus deferens | αρτηρία σπερματικού πόρου (arteria ductus deferentis) |
artery to vas deferens | αρτηρία σπερματικού πόρου (arteria ductus deferentis) |
asthma due to effort | δύσπνοια της προσπάθειας |
asthma due to effort | άσθμα οφειλόμενον εις υπερβολικήν προσπάθειαν |
attitude to the drug problem | στάση στο πρόβλημα των ναρκωτικών |
average age corresponding to children's weight | αντιστοιχία ηλικίας-βάρους |
to be reduced to powder form | να καταστεί κόνις |
bias due to digit preference | μεροληψία λόγω στρογγυλοποίησης |
bias due to instrumental error | μεροληψία που οφείλεται στο όργανο μέτρησης |
bias due to withdrawals | μεροληψία λόγω αποχώρησης από τη μελέτη |
body donation to science | δωρεά σώματος στην επιστήμη |
branch of hyparterial bronchus to middle lobe of right lung | μέσος δεξιός λοβιακός βρόγχος |
branch to atrioventricular node | κλάδος κολποκοιλιακού κόμβου (ramus nodi atrioventricularis) |
capacity to unwind | ικανότητα αποσυσπείρωσης |
cell-to-cell connection | σύναψη επικοινωνίας |
cell-to-cell connection | χασματική σύναψη |
cell-to-cell connection | χασμοσύνδεσμος |
child born to HIV-positive mother | παιδιά που έχουν γεννηθεί από μητέρες θετικές ως προς HIV |
chromosomal resistance to the additive | χρωμοσωμική ανθεκτικότητα έναντι του προσθέτου |
classification of dental anomalies according to the Bonn School | σύστημα σχολής Bόννης |
classification of dental anomalies according to the Bonn School | σύστημα σχολής Bόννης για ταξινόμηση ανωμαλιών των δοντιών |
clause relating to conscientious objection | διάταξη σχετικά με αντιρρησίες συνείδησης |
clinical procedure to the fertilised egg | κλινική επέμβαση στο γονιμοποιημένο ωάριο |
clothing to provide protection from chemicals | ενδυμασία προστασίας από τις χημικές προσβολές |
CO impedes the transport of O2 because it is closely linked to haemoglobin | το CO παρεμποδίζει τη μεταφορά Ο2 διότι δημιουργεί ισχυρό δεσμό με την αιμοσφαιρίνη |
Community action in the field of information technology and telecommunications applied to health care-Advanced informatics in medicine-Exploratory action | Κοινοτική δράση στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών και των τηλεπικοινωνιών που εφαρμόζονται σχετικά με την υγειονομική περίθαλψη-προηγμένη πληροφορική στον τομέα της ιατρικής-διερευνητική δράση |
Community action to combat the use of drugs, including the abuse of medicinal products, particularly in sport | Κοινοτική δράση καταπολέμησης της φαρμακοδιέγερσης,συμπεριλαμβανομένης της κατάχρησης φαρμάκων,στον αθλητισμό |
conflicts giving rise to insomnia | συγκρούσεις που προκαλούν αϋπνία |
connecting the lacrimal sac to the inferior meatus of the nose | ρινοδακρυικός πόρος |
constipation due to psychological stress | συγκινησιακή δυσκοιλιότης |
constipation due to psychological stress | δυσκοιλιότης ψυχοσωματικής προέλευσης |
control group not exposed to the vehicule | ομάδα μάρτυρας η οποία δεν εκτίθεται στο έκδοχο |
deconditioning according to Pavlov method | κατάργηση ανακλαστικού |
deformity due to gaping occlusion | παραμόρφωσις οφειλόμενη σε χαίνουσα σύγκλειση |
deformity due to stress | παραμόρφωσις οφειλόμενη στην ένταση ή άγχος |
deformity due to stress | παραμόρφωσις από υπερβάλλουσα πίεση |
desensitization to allergens | απευαισθοτοποίηση (desensibilisatio) |
deviation to the left | στροφή προς τα αριστερά |
deviation to the left | απόκλιση προς τα αριστερά |
deviation to the right | στροφή προς τα δεξιά |
deviation to the right | απόκλιση προς τα δεξιά |
disease linked to the sex chromosome | νόσημα συνδεόμενο με το φυλετικό χρωμόσωμα |
disturbed ability to establish contacts | σύγχισις επαφής |
doctor's duty to visit the sick | υποχρέωση γιατρού να επισκεφθεί ασθενή |
doctor's obligation to give solicited information | υποχρέωση ιατρού να παρέχει πληροφορίες |
dose to the skin | δόσις του δέρματος |
dose to the skin | δόσις επίθεσης στο δέρμα |
drug-to-disease interactions | αλληλεπιδράσεις φαρμάκων-νόσων |
drug-to-drug interactions | αλληλεπιδράσεις μεταξύ φαρμάκων |
drug-to-food interactions | αλληλεπιδράσεις φαρμάκων-τροφίμων |
drug used to produce remission | φάρμακο που προκαλεί υποχώρηση της φλεγμονής |
dyspnea due to exertion | φυσιολογική δύσπνοια |
dyspnea due to exertion | δύσπνοια οφειλόμενη στην κόπωση |
egg fertilised with a view to insertion | ωάριο γονιμοποιημένο για εμφύτευση |
emergency exposure to external radiations | εκτιμούμενη έκθεση σε εξωτερική ακτινοβόληση σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης |
encephalomyocarditis due to coxsackie | εγκεφαλομυοκαρδίτιδα από ιό Coxsackie |
end-to-end anastomosis | τελικό-τελική αναστόμωση |
end-to-side anastomosis | τελικό-πλάγια αναστόμωση |
entrance to larynx | φαρυγγικό στόμιο λάρυγγα (aditus laryngis) |
entrance to larynx | είσοδος λάρυγγα (aditus laryngis) |
epidermolysis due to drug | επιδερμόλυση (epidermolysis) |
equipment to assist human sensors | μηχάνημα για την υποβοήθηση των αισθητηρίων οργάνων |
excess mortality due to lung cancer | αυξημένη θνησιμότητα από καρκίνο του πνεύμονα |
exposure to carcinogenic chemicals | έκθεση σε καρκινογόνες χημικές ουσίες |
exposure to lead poisoning | μολυβδιασικός κίνδυνος |
exposure to lead poisoning | κίνδυνος μολυβδίασης |
exposure to the agent of the disease | έκθεση στο νοσογόνο παράγοντα |
flexion bandage according to Hoffmann-Daimler | επίδεσμος Hoffmann-Daimler |
follow-up data relating to the therapy | δεδομένα παρακολούθησης της θεραπείας |
frequency of exposure to the risk | συχνότητα έκθεσης στον κίνδυνο |
gangrene due to ergotism | γαγγραινώδης εργοτισμός (ergotismus gangraenosus) |
genetic transfer to germinal cells | γενετική μεταφορά στα βλαστικά κύτταρα |
haemolytic anaemia secondary to glucose-6-phosphate dehydrogenase deficiency | αιμολυτική αναιμία από έλλειψη G6PD |
haemolytic anaemia secondary to G6PD deficiency | αιμολυτική αναιμία από έλλειψη G6PD |
haemolytic anaemia secondary to pyruvate kinase deficiency | αιμολυτική αναιμία από έλλειψη πυροσταφυλικής κινάσης |
haemorrhoids due to diarrhoeal disorders | αιμορροϊδική κρίση μετά από διαρροϊκό επεισόδιο |
hemolytic anemia secondary to glucose-6-phosphate dehydrogenase deficiency | αιμολυτική αναιμία από έλλειψη G6PD |
hemolytic anemia secondary to G6PD deficiency | αιμολυτική αναιμία από έλλειψη G6PD |
hemolytic anemia secondary to pyruvate kinase deficiency | αιμολυτική αναιμία από έλλειψη πυροσταφυλικής κινάσης |
hemorrhoids due to diarrheal disorders | αιμορροϊδική κρίση μετά από διαρροϊκό επεισόδιο |
hormonal information sent to the mother | ορμονικές πληροφορίες προς το μητρικό οργανισμό |
hypersensitivity to contrast media | υπερευαισθησία σε αδιαφανείς ουσίες |
hypochromic anaemia due to iron deficiency | υπόχρωμη υποσιδηραιμική αναιμία |
hypochromic anemia due to iron deficiency | υπόχρωμη υποσιδηραιμική αναιμία |
IgG antibody to hepatitis B core antigen | IgG αντίσωμα έναντι του πυρηνικού αντιγόνου του ιού της ηπατίτιδας Β |
IgM antibody to hepatitis B core antigen | IgM αντίσωμα έναντι του πυρηνικού αντιγόνου του ιού της ηπατίτιδας Β |
illusion leading to spatial disorientation | ψευδαισθήσεις που οδηγούν σε αποπροσανατολισμό |
immunity phenomenon related to procreation | ανοσιακό φαινόμενο σχετικό με την αναπαραγωγή |
inability to concentrate | δυσκολία συγκέντρωσης |
inability to concentrate | ανικανότητα συγκέντρωσης |
incitement to abortion | πρόκληση για έκτρωση |
incitement to abortion | προτροπή για έκτρωση |
index of admissions to hospital | συχνότητα εισαγωγής στα νοσοκομεία |
induction of resistance to canavanine and cycloheximide | επαγωγή αντίστασης σε καναβανίνη και κυκλοεξιμίδιο |
inhalation equipment designed to sustain a dynamic air flow | συσκευή εισπνοής ικανή να διατηρεί μια δυναμική ροή αέρα |
injury to the intima | τραυματισμός του έσω χιτώνα των αγγείων |
instrument to measure rate of breathing | όργανου μέτρησης του ρυθμού της αναπνοής |
instrument to measure rate of breathing | συσκευή για τη μέτρηση των διακυμάνσεων της αναπνοής |
isoimmunization due to maternal/fetal incompatibility | εμβρυομητρική αιμο-ανοσοποίηση |
isoimmunization due to maternal/foetal incompatibility | εμβρυομητρική αιμο-ανοσοποίηση |
knockout blow to the chin | νοκ-άουτ με χτύπημα στον πώγωνα |
left-to-right shunt | παράκαμψη αριστερά προς τα δεξιά |
left-to-right shunt | διαφυγή αριστερά προς τα δεξιά |
length from seventh cervical to bust prominence | μήκος από τον έβδομο αυχενικό στην προεξοχή του στήθους |
lichenoid eruptions due to colour developers | λειχηνοειδές εξάνθημα των εργαζομένων στην εμφάνιση έγχρωμων φιλμ |
lost to follow-up | εγκατάλειψη θεραπείας |
malignant disease of the face due to staphylococci | κακοήθης σταφυλοκοκκίαση του προσώπου |
management of exposure to radiation | διαχείριση της έκθεσης στις ακτινοβολίες |
maximal dosis to children | μέγιστη παιδική δόσις |
to maximize the exposure by inhalation to the test substance | μεγίστη έκθεση στην εισπνοή της δοκιμαζόμενης ουσίας |
medicinal product used to confer an immunity | φαρμακευτικό προίόν που χρησιμοποιείται με σκοπό την πρόκληση ανοσίας |
medicinal product used to diagnose the state of immunity | φαρμακευτικό προϊόν που χρησιμοποιείται με σκοπό τη διάγνωση του επιπέδου ανοσίας |
moderate to severe erythema | μέτριο προς σοβαρό ερύθημα |
mountain-climber's fatality due to circulatory failure | θανατηφόρος κυκλοφοριακή ανεπάρκεια των ορειβατών |
mouth-to-mouth resuscitation method | τεχνητή αναπνοή |
muscular rigidity caused by exposure to cold | μυϊκή δυσκαμψία από έκθεση στο ψύχος |
nerve to external acoustic meatus | νεύρο έξω ακουστικού πόρου (nervus meatus acustici externi) |
nerve to mylohyoid | γναθοϋοειδές νεύρο (nervus mylohyoideus) |
nerve to rhomboid | ραχιαίο νεύρο ωμοπλάτης (nervus dorsalis scapulae) |
nerve to stapedius muscle | νεύρο του μυός του αναβολέα (nervus stapedius) |
nerve to subclavius | υποκλείδιο νεύρο (nervus subclavius) |
neurosis owing to failure of behaviour schemes | νεύρωση εξ αποτυχίας σχημάτων συμπεριφοράς |
newborn subject to infective risks | νεογνό υποκείμενο σε κινδύνους λοίμωξης |
newborn subject to infective risks | νεογνό επιρρεπές σε λοιμώξεις |
no reaction to light | καμία αντίδραση στο φως |
number of embryos necessary to produce pregnancy in a sterile woman | αναγκαίος αριθμός εμβρύων για πρόκληση εγκυμοσύνης σε άγονη μητέρα |
obligation to inform or explain | υποχρέωση παροχής ιατρικών πληροφοριών |
open to social contact | ανοιχτός στην κοινωνική επαφή |
osteoporosis due to inactivity | οστεοπώρωση από αδράνεια |
pericarditis due to myocardial infarction | περικαρδίτις μετά από έμφραγμα μυοκαρδίου |
pericarditis due to myocardial infarction | εμφραγματική περικαρδίτις |
period of lactation up to weaning | διάστημα του θηλασμού μέχρι τον απογαλακτισμό |
peritonitis secondary to perforation | περιτονίτις από διάτρηση οργάνου |
permissible dose to children | παιδική δόσις |
permissible dose to children | επιτρεπόμενη δόσις για παιδιά |
person to be analysed | ψυχαναλυόμενος |
person-to-person spread of disease | μετάδοση της νόσου από άτομο σε άτομο |
physical harm to the embryo | σωματική βλάβη στο έμβρυο |
physician's or patient's right to refuse medical treatment | δικαίωμα του ιατρού ή του ασθενούς να αρνηθεί την ιατρικ ή θεραπεία |
physician's or patient's right to refuse medical treatment | άρνησις θεραπείας |
Plan of action in the framework of the 1991 to 1993 "Europe against AIDS" programme | Σχέδιο δράσης σχετικά με το πρόγραμμα "Η Ευρώπη κατά του ΑIDS" 1991-1993 |
plastic surgery to cure incontinence | πλαστική επέμβαση για αποκατάσταση της ακράτειας |
plastic surgery to restore continence | πλαστική επέμβαση για αποκατάσταση της ακράτειας |
pneumoconiosis owing to blast-furnace dust | πνευμονοκονίωσις,οφειλόμενη στην σκόνη που εκπέμπουν οι υψικάμινοι |
pronounced reduction of the ability to walk | έντονη μείωση της ικανότητας βαδίσματος |
protection to corrosion | προστασία σε διάβρωση |
protection to corrosion | απρόσβλητο από καιρικές μεταβολές |
recurrent reaction to drug variation | υπόστροφος αντίδρασις προς την φαρμακευτική παρέκκλιση |
reduced ability to establish social contacts | αδυναμία επαφής |
resistance mechanism to therapy | μηχανισμός αντοχής στη θεραπευτική αγωγή |
resistance to antibiotics | αντοχή στα αντιβιοτικά |
resistance to heat | ανθεκτικότητα στη θερμότητα |
resistance to heat | θερμοαντοχή |
resistance to heat | θερμοανθεκτικότητα |
resistance to infection | αντίσταση στη λοίμωξη |
to restore functions to the handicapped | αποκαθιστώ τις λειτουργίες ατόμων με ειδικές ανάγκεςαναπήρων |
RF ICD-9-CM Index to Diseases, in: Medical terminology codes,1995,CDC | περινεφριτικό απόστημα |
RF ICD-9-CM Index to Diseases, in: Medical terminology codes,1995,CDC | περινεφρικός φλέγμονας |
rheumatism due to filariae | ρευματισμός από φιλάριες |
rheumatism due to gastrointestinal disorders | εντερικός ρευματισμός |
right not to be subjected to mental harm | δικαίωμα προστασίας από ψυχική βλάβη |
right to be looked after by the parents | δικαίωμα στη φροντίδα από τους γονείς |
right to inviolability of the person | δικαίωμα στο απαραβίαστο των δικαιωμάτων του ατόμου |
right-to-left shunt | παράκαμψη δεξιά προς τα αριστερά |
right-to-left shunt | αρτηριοφλεβική ενδοκαρδιακή επικοινωνία |
right-to-left shunt | διαφυγή δεξιά προς τα αριστερά |
right to own genetic identity | δικαίωμα στην γενετική ταυτότητα |
rotational end-to-end anastomosis | τελικοτελική κολο-ορθική αναστόμωση |
sensitisation to animals | ευαισθητοποίηση στα ζώα |
sensitive to light | ευαίσθητος στο φως |
sensitive to light | φωτοευαίσθητος |
sensitive to pressure | ευαίσθητος στην πίεση |
sensitive to salt | ευαίσθητος σε άλας |
sensitivity to aphidicolin | ευαισθησία στην αφιδικολίνη |
sensitivity to cold | ευαισθησία στο ψύχος |
sensitivity to heat | ευαισθησία στη θερμότητα |
sensitivity to light | ευαισθησία στο φως |
sensitivity to light | φωτοευαισθησία |
sensitization to animals | ευαισθητοποίηση στα ζώα |
serious danger to physical or mental health of the pregnant woman | μεγάλος κίνδυνος για την υγεία της γυναίκας |
serious danger to physical or mental health of the pregnant woman | μεγάλη απειλή για τη σωματική ή ψυχική υγεία της μητέρας |
shift to the left | στροφή προς τα αριστερά |
shift to the left | απόκλιση προς τα αριστερά |
shift to the right | στροφή προς τα δεξιά |
shift to the right | απόκλιση προς τα δεξιά |
side-to-end anastomosis | πλάγιο-τελική αναστόμωση |
side-to-side anastomosis | πλάγιο-πλάγια αναστόμωση |
signal-to-noise ratio | λόγος σήματος προς θόρυβο |
signal-to-noise ratio | λόγος σήματος-προς-θόρυβο |
signal-to-noise ratio | λόγος σήμα/θόρυβος |
skin reaction to tuberculin | δερμοαντίδραση Mantoux |
specific molecule responsible for the transmission from one neuron to another | μόρια ειδικά υπεύθυνα για τη μεταβίβαση από τον ένα νευρώνα στον άλλο |
standardised dental examination according to the Bonn School | πρότυπη εξέταση δοντιών κατά BONN |
subject to metabolic breakdown | υποκείμενα σε μεταβολική αποικοδόμηση |
subject to the provisions relating to Public health | με την επιφύλαξη των διατάξεων περί δημόσιας υγείας |
substance intended to produce systemic effects | ουσία που προορίζεται να έχει συστηματικές επιδράσεις |
substance known to possess foetal toxicity | ουσία αναγνωρισμένης τοξικότητας στο έμβρυο |
substance opaque to X-rays | αδιαφανής ουσία στις ακτίνες Χ |
surface to volume ratio | λόγος επιφάνειας προς όγκο |
symptom related to vasospasm | σύμπτωμα που έχει σχέση με τον αγγειόσπασμο |
the woman has stated that she is willing to have it implanted at a later date | δήλωση μητέρας ότι επιθυμεί εμφύτευση σε μεταγενέστερη ημερομηνία |
therapeutic intervention to prevent the manifestation of disease | θεραπευτική επέμβαση για την πρόληψη της εκδήλωσης των ασθενειών |
topical corticosteroid to be used on the skin | κορτικοστεροειδή που προορίζονται για εξωτερική χρήση |
Tossach mouth to mouth ventilation | μέθοδος Tossach |
toxicity study to determine the safety of orally administered residues | μελέτη της τοξικότητας των καταλοίπων δια της στοματικής οδού |
transfer of embryos to the uterus | μεταφορά πρωτοεμβρύων στη μήτρα |
transfer to the uterus of the genetic mother | μεταφορά στη μήτρα της γενετικής μητέρας |
treatment by means of injections to correct varicose | σκληρυντική θεραπεία κιρσών |
unability to acquire education | ανικανότητα μάθησης |
unability to acquire education | αδυναμία μόρφωσης |
uniform safety standards to protect the health of the general public | ομοιόμορφοι κανόνες ασφαλείας για την προστασία της υγείας του πληθυσμού |
up to | προς |
urge to urinate | έπειξη προς ούρηση |
vector to transfer genetic material | φορέας για τη μεταβίβαση γενετικού υλικού |
vomiting due to infection | έμεση λόγω λοίμωξης |
woman supposed to be pregnant | γυναίκα πιθανώς έγκυος |