DictionaryForumContacts

   German
Terms for subject Medical containing Co2 | all forms | in specified order only
GermanGreek
CO2-Absorberαπορροφητής CO2
CO2-Absorptionαπορρόφηση CO2
CO2-Ausscheidungαποβολή CO2
CO2-Beatmungθεραπευτική χρήση ενός μίγματος οξυγόνου και ανθρακικού ανυδρίτη,σε περιπτώσεις ασφυξίας
CO2-Belastungsversuchδοκιμασία φόρτισης CO2
CO2-Belastungsversuchδοκιμασία επανεισπνοής CO2
CO2-Bestimmungπροσδιορισμός CO2
CO2-Bindungσύνδεση CO2
CO2-Dissoziationskurveκαμπύλη αποδέσμευσης CO2
CO hemmt den O2 Transport wegen seiner starken Bindung an Haemoglobinτο CO παρεμποδίζει τη μεταφορά Ο2 διότι δημιουργεί ισχυρό δεσμό με την αιμοσφαιρίνη
CO2-Intoxikationδηλητηρίασις από διοξείδιο του άνθρακος
CO2-Mangelυποκαπνία
CO2-Mangelμείωση του CO2 στο αίμα
CO2-Narkoseνάρκωση CO2
CO2-Rueckatmungεπανεισπνοή CO2
CO2-Rueckatmungsversuchδοκιμασία επανεισπνοής CO2
CO2-Rueckatmungsversuchδοκιμασία φόρτισης CO2
CO2-Transportμεταφορά CO2
durch das Eindringen von CO2 inaktiviertes Reagenzαντιδραστήριο ανενεργό με τη διείσδυση CO2