DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Insurance containing Π | all forms | exact matches only
GreekFrench
ασφαλιστική εταιρία εκτός Η.Πcompagnie étrangère
διαφοροποιημένο ποσοστό αναπροσαρμογής για τον υπολογισμό της χαριστικότητας συνδεδεμένων πιστώσεων βοήθειας ή διαφοροποιημένο προεξοφλητικό επιτόκιο κ.λ.π.taux d'actualisation différencié pour le calcul de la concessionnalité des crédits d'aide liée
ομάδα ασφαλιστών στις Η.Π.Α πανομοιότυπης λειτουργίας με τα Λόυδς του Λονδίνουassociation américaine du Lloyd's