DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Statistics containing part | all forms | exact matches only
EnglishGreek
coefficient of part-correlationσυντελεστής επιμέρους συσχέτισης
coefficient of part correlationσυντελεστής συσχέτισης του τμήματος
manufacture of cycles,motor-cycles and parts and accessories thereofκατασκευή μοτοσικλετών,ποδηλάτων και ανταλλακτικών τους
manufacture of motor vehicles and motor vehicle parts and accessoriesκατασκευή αυτοκινήτων και ανταλλακτικών τους
manufacture of parts and accessories for motor vehiclesκατασκευή εξοπλισμού,εξαρτημάτων και ανταλλακτικών αυτοκινήτων
one-part tariffμονομερές τιμολόγιο
part-timeδευτερεύουσα επαγγελματική δραστηριότητα
three-part costingτριμερής κοστολόγηση
three-part tariffτριμερές τιμολόγιο
two-part costingδιμερής κοστολόγηση