DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Statistics containing Growth | all forms | exact matches only
EnglishGreek
allometric growthαλλομετρική ανάπτυξη
growth curveκαμπύλη ανάπτυξης
growth potentialδυνατότητα ανάπτυξης
growth potentialδυναμικό ανάπτυξης
growth rateρυθμός μεγέθυνσης
growth rateποσοστό ανάπτυξης
growth rateλόγος αύξησης
growth seasonεποχή βλάστησης
natural growthφυσική αύξηση
negative growthαρνητική αύξηση
rate of growthποσοστό ανάπτυξης
rate of growthρυθμός μεγέθυνσης
rate of growthλόγος αύξησης
total growthσυνολική αύξηση
yearly rate of growthετήσιος ρυθμός ανάπτυξης