Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Polish
Russian
Terms
for subject
Finances
containing
εξυπηρέτηση
|
all forms
Greek
English
αναπροσαρμοσμένη
εξυπηρέτηση
χρέους
adjusted debt service
διασφαλίζω την
εξυπηρέτηση
του χρέους
to
cover servicing of the debt
εξυπηρέτηση
ακαθάριστου χρέους
gross debt service
εξυπηρέτηση
λοιπών χρεών
other debt service
εξυπηρέτηση
μικτού χρέους
total debt service
εξυπηρέτηση
μικτού χρέους
gross debt service
εξυπηρέτηση
πιστωτικών γεγονότων
credit event servicing
εξυπηρέτηση
συνολικού χρέους
total debt service
εξυπηρέτηση
συνολικού χρέους
gross debt service
εξυπηρέτηση
του δανείου
to
service the borrowing
εξυπηρέτηση
των δανείων
servicing of borrowing and lending operations
η
εξυπηρέτηση
τόκων και αποσβέσεως του κεφαλαίου εξασφαλίζεται από τα κέρδη εκμεταλλεύσεως
interest and amortisation payments are covered out of operating profits
καθαρή
εξυπηρέτηση
χρέους
net debt service
οικονομική
εξυπηρέτηση
δανείου σε ευρώ
financial servicing of the issue in Euros
πάγια
εξυπηρέτηση
χρέους
level debt service
πληρωμές για
εξυπηρέτηση
χρέους
service payments
σταθερή
εξυπηρέτηση
χρέους
level debt service
συνολική
εξυπηρέτηση
χρέους
total debt service
συνολική
εξυπηρέτηση
χρέους
aggregate debt service
τραπεζική
εξυπηρέτηση
των μεγάλων επιχειρήσεων
corporate banking
Get short URL