Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Bulgarian
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Spanish
Terms
for subject
Finances
containing
έλλειμμα
|
all forms
Greek
English
έλλειμμα
γενικής κυβέρνησης
general government deficit
έλλειμμα
εκμετάλλευσης
operating deficit
έλλειμμα
κρατικού προϋπολογισμού
federal budget deficit
έλλειμμα
κρατικού προϋπολογισμού
budget deficit
έλλειμμα
ρευστότητας
refinancing need
έλλειμμα
ρευστότητας
liquidity shortage
έλλειμμα
ταμειακής ροής
cash flow-shortfall
έλλειμμα
του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών
external deficit
έλλειμμα
του προϋπολογισμού
deficit in the budget
έλλειμμα
των ταμειακών διαθεσίμων
cash flow
ανταγωνιστικό
έλλειμμα
inability to compete
δαπάνη χρηματοδοτούμενη με
έλλειμμα
στον προϋπολογισμό
deficit spending
δημοσιονομικό
έλλειμμα
public deficit
δημοσιονομικό
έλλειμμα
government deficit
δημοσιονομικό
έλλειμμα
' έλλειμμα προϋπολογισμού
budget deficit
δημόσιο
έλλειμμα
government deficit
διαρθρωτικό
έλλειμμα
ρευστότητας
structural liquidity shortage
εξωτερικό
έλλειμμα
external deficit
εσκεμμένο
έλλειμμα
deliberately planned deficit
λειτουργικό
έλλειμμα
operating deficit
μεταφερόμενο
έλλειμμα
deficit carried over
μεταφερόμενο
έλλειμμα
του προηγούμενου οικονομικού έτους
deficit carried over from the previous year
οιονεί δημοσιονομικό
έλλειμμα
quasi-fiscal deficit
πραγματοποιώ
έλλειμμα
to
incur a deficit
προβλεπόμενο ή υφιστάμενο δημοσιονομικό
έλλειμμα
planned or actual government deficit
συνολικό
έλλειμμα
του δημόσιου τομέα
overall deficit of the public sector
συνολικό ταμειακό
έλλειμμα
overall cash deficit
ταμειακό
έλλειμμα
cash loss
ταμειακό ή τραπεζικό
έλλειμμα
cash or bank shortage
ταμιακό κρατικό
έλλειμμα
Public Sector Borrowing Requirements
υπερβολικό
έλλειμμα
excessive deficit
χρηματοδότηση της οικονομίας με
έλλειμμα
στον προϋπολογισμό
deficit financing
Get short URL