DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Finances containing µ | all forms | exact matches only
GreekGerman
έκδoση oμoλόγωv μηδεvικoύ επιτoκίoυNullkupon-Anleihe
ΑΕγχΠ/Μ1ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματοςPIB/M1Einkommenskreislaufgeschwindigkeit
oμoλoγία χωρίς τoκoμερίδιoNullkuponschuldverschreibung
oμoλoγία χωρίς τoκoμερίδιoNullprozenter
oμoλoγία χωρίς τoκoμερίδιoNullkuponanleihe
Μ1/Μ3συντελεστής ρευστότηταςM1/M3Liquiditätskoeffizient
Μ1 = νομισματική κυκλοφορία και καταθέσεις όψεωςM1 = Bargeld und Sichteinlagen
Μ1 = νομισματική κυκλοφορία και καταθέσεις όψεωςBargeldumlauf und Sichteinlagen
προσφορά χρήματος Μ2Geldvolumen M2
προσφορά χρήματος Μ3Geldvolumen M3
προσφορά χρήματος Μ1Geldvolumen M1
τα εμπορεÙματα που τοποθετοÙνται σε ελεÙθερες ζώνες πρέπει να μποροÙν να γíνονται αντικεíμενο μdie in Freizonen verbrachten Waren muessen uebergeeignet werden koennen
τραπεζογραμμάτια και κέρματα/Μ1δείκτης χρήματοςBargeld/M1Bargeldabflußkoeffizient
όρια του στόχου σχετικά με την αύξηση του Μ3Zielkorridor für M3-Wachstum