Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
English
Greek
Japanese
Russian
Ukrainian
Terms
for subject
Finances
containing
ohne
|
all forms
|
exact matches only
German
Greek
Absicherung
ohne
Sicherheitsleistung
μη χρηματοδοτούμενη πιστωτική προστασία
Aktie
ohne
Stimmrecht
μετοχή χωρίς ψήφο
Aktie
ohne
Stimmrecht
μετοχή χωρίς δικαίωμα ψήφου
amtliche Währungsreserven,
ohne
Währungsgold
επίσημα συναλλαγματικά αποθεματικά,εκτός νομισματικού χρυσού
Amtshilfe
ohne
Antrag
αυτεπάγγελτη συνδρομή
Amtshilfe
ohne
Antrag
αυθόρμητη συνδρομή
Amtshilfe
ohne
vorhergehendes Ersuchen
αυθόρμητη συνδρομή
Amtshilfe
ohne
vorhergehendes Ersuchen
αυτεπάγγελτη συνδρομή
Anleihe
ohne
Garantie
ακάλυπτο χρεόγραφο
Brutto-Währungsreserven,
ohne
Währungsgold
επίσημα συναλλαγματικά αποθεματικά,δεν συμπεριλαμβάνεται ο νομισματικός χρυσός
Dienstleistungssystem
ohne
gleichzeitige Anwesenheit des Lieferers oder Dienstleistungserbringers
οργανωμένο σύστημα πωλήσεως
Dividendenaktie
ohne
Stimmrecht
προνομιούχος μετοχή άνευ δικαιώματος ψήφου
Drucksache
ohne
Anschrift
έντυπα χωρίς παραλήπτη
Einrichtung
ohne
Erwerbscharakter
μη κερδοσκοπικό ίδρυμα
Einrichtung
ohne
Gewinnzweck
μη κερδοσκοπικό ίδρυμα
Empfang von Wertpapieren
ohne
Zahlung
λάβετε αξιόγραφα δωρεάν
Finanzinstitution
ohne
Erwerbszweck
μη κερδοσκοπικός χρηματοοικονομικός ενδιάμεσος Οργανισμός
Finanzinstitution
ohne
Erwerbszweck
μη κερδοσκοπικός ενδιάμεσος χρηματοδοτικός φορέας
Gesellschaft
ohne
tatsächliche Geschäftstätigkeit
εταιρία χωρίς πραγματική δραστηριότητα
Hypothekendarlehen
ohne
Staatsbürgschaft
συμβατικές φορολογικές απαλλαγές
Kapitalverkehr
ohne
Währungsreserven
κίνηση κεφαλαίων,πλην διαθεσίμων
Kleinsendungen
ohne
kommerziellen Charakter
μικροδέματα μη εμπορικού χαρακτήρα
Land
ohne
Marktwirtschaft
χώρα χωρίς οικονομία αγοράς
Lebendgewichtpreise
ohne
Abgaben
τιμή αφορολόγητου ζώντος βάρους
Massnahme
ohne
finanzielle Auswirkung
δράση που δεν απαιτεί χρηματοδότηση
multilaterales Nettosystem
ohne
zentrale Gegenpartei
σύστημα πολυμερούς συμψηφισμού χωρίς κεντρικό αντισυμβαλλόμενο
ohne
Disagio ausgezahltes Darlehen
δάνειο εκταμιευόμενο στο άρτιο
Ohne
-Kostenpapier
μη διαμαρτυρήσιμη συναλλαγματική
ohne
Nennwert
χωρίς ονομαστική αξία
ohne
Obligo
χωρίς την εγγύησή μας
ohne
Protest
χωρίς διαμαρτύρηση
Ohne
-Protestpapier
μη διαμαρτυρήσιμη συναλλαγματική
ohne
Randprägung
απλή στεφάνη
ohne
Regress
χωρίς το δικαίωμα της αναγωγής
ohne
Rueckgriff
χωρίς το δικαίωμα της αναγωγής
ohne
Verfolgung eines Erwerbszweckes
χωρίς να επιδιώκει κέρδος
ohne
Verpflichtung
χωρίς ευθύνη μας
ohne
vorherige Bekanntgabe
χωρίς προηγούμενη προκήρυξη
ohne
weiteres zugängliche Sicherheit
περιουσιακό στοιχείο που επιτρέπει την πρόσβαση
ohne
weiteres zugängliche Sicherheit
περιουσιακό στοιχείο εύκολα ρευστοποιήσιμο
ohne
weiteres zugängliche Sicherheit
περιουσιακό στοιχείο ευχερώς προσπελάσιμο
Organisation
ohne
Erwerbscharakter im Dienst von privaten Haushalten
ιδιωτικό μη κερδοσκοπικό ίδρυμα που εξυπηρετεί νοικοκυριά
Staaten
ohne
Besteuerung
χώρα με μηδενικούς φορολογικούς συντελεστές
Verkaufsstätte
ohne
Schankerlaubnis
κατάστημα με άδεια για κατανάλωση εκτός του σημείου πώλησης
Vormaterialie
ohne
Ursprungseigenschaft
μη καταγόμενη ύλη
Vorzugsaktie
ohne
Gewinnbeteiligung
προνομιούχες μετοχές μη δικαιούμενες πρόσθετου μερίσματος
Wertpapierausgabe
ohne
Zahlung
παραδόσατε αξιόγραφα δωρεάν
öffentliche Haushaltslage
ohne
übermässiges Defizit
δημοσιονομική κατάσταση χωρίς υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμα
Get short URL