DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Finances containing line | all forms | exact matches only
EnglishGreek
A/D lineγραμμή ανόδου/πτώσης
advance/decline lineγραμμή ανόδου/πτώσης
back up lineεγγυητική γραμμή
back-up lineεγγυητική γραμμή
bank organised along cooperative linesτράπεζα με συνεταιριστική οργάνωση
below the lineκάτωθεν της γραμμής χρηματοδοτήσεως
below-the-line itemλογαριασμός εκτός ισολογισμού
book to a line in the budgetκαταλογίζω σε γραμμή του προϋπολογισμού
breakout from an existing tariff lineδιαίρεση υπάρχουσας δασμολογικής κλάσης
broker's lineανοιχτή τηλεφωνική γραμμή
broker's lineανοιχτή γραμμή
budget lineκονδύλι του προϋπολογισμού
budget lineγραμμή του προϋπολογισμού
budget lineκατηγορία του προϋπολογισμού
capital market lineγραμμή κεφαλαιαγοράς
channel lineγραμμή δίαυλου
characteristic lineχαρακτηριστική γραμμή
credit lineταμειακή πίστωση
credit lineπαροχή πιστώσεων
credit lineόριο πίστωσης
curved-line depreciationμη γραμμική μέθοδος απόσβεσης
Flexible Credit Lineευέλικτο πιστωτικό όριο
functional budget lineλειτουργικό κονδύλιο του προϋπολογισμού
line chartγραμμικό διάγραμμα
line of route groupingόμιλος άξονα
on-line accounting systemλογιστικό σύστημα άμεσης επικοινωνίας
on-line distribution of musicηλεκτρονική διάθεση µουσικής
operational budget lineλειτουργικές δαπάνες
operational budget lineεπιχειρησιακές δαπάνες
Precautionary and Liquidity Lineγραμμή πρόληψης και ρευστότητας
Precautionary Credit Lineπροληπτική πίστωση
preferential line of creditπρονομιακή πίστωση
return lineγραμμή δίαυλου
straight-line amortisationσταθερή απόσβεση
straight-line depreciationσταθερή απόσβεση
swap lineσυμφωνία swap
swap lineόριο συναλλαγών σε εργασίες swap
tariff lineδασμολογική κλάση
tariff-lineδασμολογική κλάση
tourism budget lineκονδύλιο του προϋπολογισμού "Τουρισμός"
trend lineγραμμή τάσης
value line composite indexενιαίος δείκτης αξιών μιας σειράς μετοχών επιχειρήσεων
value line indexγραμμικός δείκτης αξιών