Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Danish
Dutch
English
Esperanto
Finnish
French
German
Greek
Italian
Japanese
Latin
Lithuanian
Maltese
Portuguese
Russian
Slovene
Spanish
Swedish
Terms
for subject
Finances
containing
bon
|
all forms
|
exact matches only
French
Greek
action à
bons
de souscription d'actions
μετοχή με δελτία προεγγραφής
action à
bons
de souscription d'actions remboursables
μετοχή με εξοφλητέα δελτία προεγγραφής
action à
bons
de souscription d'actions remboursables
μετοχή με εξαγοράσιμα δελτία προεγγραφής
billets en
bon
état
κατάλληλα τραπεζογραμμάτια
bon
anonyme
ανώνυμο ομόλογο
bon
d'attribution
αναγγελία λήψεως δι'εγγραφήν
bon
de caisse
αποταμιευτικό ομόλογο
bon
de caisse
ταμιακή απόδειξη
bon
de caisse
ομόλογα
bon
de capitalisation
ομόλογο κεφαλαιοποίησης
bon
de collectivité publique territoriale
γραμμάτιο τοπικών αρχών
bon
de commande
δελτίο παραγγελίας
bon
de commande
παραγγελία
bon
de commande
έντυπο παραγγελίας
bon
de sortie
ομόλογο εν χρήσει στις Φιλιππίνες
bon
de souscription
τίτλος προεγγραφής
bon
de souscription d'actions
πιστοποιητικό επιλογής
bon
de souscription d'actions
πιστοποιητικό δικαιώματος ανάληψης μετοχών
bon
de souscription d'obligations
κουπόνι εγγραφής
bon
de souscription d'obligations
εγγύηση ομολογιών
bon
de souscription nu
γυμνό warrant
bon
de souscription nu
naked warrant
bon
de souscription remboursable
ομόλογο προεγγραφής με δικαίωμα επιστροφής
bon
de souscription à prix révisable
τίτλος προεγγραφής με δυνατότητα αναθεώρησης τιμής
bon
d'enlèvement
δελτίο παραλαβής
bon
des institutions financières spécialisées
διαπραγματεύσιμα χρεώγραφα δημόσιων οργανισμών
bon
d'option
πιστοποιητικό δικαιώματος αγοράς χρεογράφων με ευνοϊκούς όρους
bon
d'option
warrant
bon
du Trésor
έντοκο γραμμάτιο του Δημοσίου
bon
du Trésor
γραμμάτια Δημοσίου
bon
du Trésor
ομόλογα Δημοσίου
bon
du trésor en comptes courants
κρατικό ομόλογο σε τρεχούμενους λογαριασμούς
bon
du trésor en comptes courants
διαπραγματεύσιμο κρατικό ομόλογο
bon
du trésor négociable
διαπραγματεύσιμο κρατικό ομόλογο
bon
du trésor négociable
κρατικό ομόλογο σε τρεχούμενους λογαριασμούς
bon
du trésor sur formule
κρατικό ομόλογο με ειδικά χαρακτηριστικά
bon
du Trésor à agio normalisé
κρατικό ομόλογο
bon
du Trésor à court terme
ομόλογα Δημοσίου
bon
du Trésor à court terme
γραμμάτια Δημοσίου
bon
du Trésor à court terme
έντοκο γραμμάτιο του Δημοσίου
bon
du Trésor à moyen terme
μεσοπρόθεσμο γραμμάτιο Δημοσίου
bon
du Trésor à moyen terme
μεσοπρόθεσμο ομόλογο Δημοσίου
bon
du Trésor à moyen terme
έντοκο μεσοπρόθεσμο γραμμάτιο του Δημοσίου
bon
du trésor à taux annuel normalisé
κρατικό ομόλογο σταθερής ετήσιας απόδοσης
bon
du trésor à taux annuel normalisé
κρατικό ομόλογο τυποποιημένης ετήσιας απόδοσης
bon
du trésor à taux annuel normalisé
κρατικό ομόλογο προκαθορισμένης ετήσιας απόδοσης
bon
du Trésor à taux fixe
έντοκο γραμμάτιο Δημόσιου σταθερού επιτοκίου
bon
du Trésor à taux variable
έντοκο γραμμάτιο Δημόσιου με κυμαινόμενο επιτόκιο
bon
d'épargne
αποταμιευτικό ομόλογο
bon
emploi des fonds publics
χρηστή χρησιμοποίηση των δημοσίων κεφαλαίων
bon
fiscal
εγγύηση καταβολής φόρου
bon
fonctionnement des marchés
ομαλές συνθήκες λειτουργίας της αγοράς
bon
non négociable
μη διαπραγματεύσιμο γραμμάτιο
bon
à coupon hollandais
Ολλανδική ομολογία
bon
à intérêt variable
αξιόγραφα με κυμαινόμενο επιτόκιο
bon
à moyen terme négociable
μεσοπρόθεσμο ομόλογο
bon
à taux flottant
αξιόγραφα με κυμαινόμενο επιτόκιο
bon
à taux flottant
ομολογίες μεταβλητού επιτοκίου
bon
à taux flottant à coupon indexé
γραμμάτιο κυμαινόμενου επιτοκίου με μεταβλητή τιμή τοκομεριδίου
bon
à taux révisable
αξιόγραφα με κυμαινόμενο επιτόκιο
bons
du trésor
κρατικά χρεόγραφα
bons
du trésor à court terme
έντοκα γραμμάτια δημοσίου τομέα; έντοκα γραμμάτια δημοσίου' βραχυπρόθεσμα γραμμάτια δημοσίου τομέα
bons
du Trésor à moyen terme
μεσοπρόθεσμα γραμμάτια Δημοσίου; μεσοπρόθεσμα ομόλογα Δημοσίου
des experts son associés aux travaux des comités quand cela est requis en vue d'assurer le
bon
fonctionnement du présent accord
εμπειρογνώμονες συμμετέχουν στις εργασίες εφόσον αυτό απαιτείται για την εύρυθμη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας
gestion de "
bon
père de famille"
διαχείριση "καλού οικογενειάρχη"
gérer le risque en
bon
père de famille
διαχειρίζομαι τον κίνδυνο με τη δέουσα επιμέλεια
gérer le risque en
bon
père de famille
διαχειρίζομαι τον κίνδυνο με επιμέλεια συνετού οικογενειάρχη
méthode de diversification à
bon
marché
μη δαπανηρή μέθοδος διαφοροποίησης
obligation avec
bon
de souscription d'action
ομολογία με κουπόνι αγοράς τίτλου
obligation avec
bon
de souscription d'obligations
ομολογία με δικαίωμα επιλογής
obligation avec
bon
de souscription d'obligations
πιστοποιητικό εκδιδόμενο συγχρόνως με τα χρεόγραφα,το οποίο αναγνωρίζει στον κομιστή χρεογράφου το προνόμιο να αγοράσει χρεόγραφα υπό ορισμένους όρους
obligation avec
bon
de souscription d'obligations
ομολογία με δικαιώματα
warrant
obligation à
bon
de souscription
ομολογία με δελτίο προεγγραφής
obligation à
bon
de souscription d'action remboursable
ομολογία με δελτίο προεγγραφής για μετοχή με δικαίωμα επιστροφής
option
bon
marché
υποτιμημένη οψιόν
publicité presse avec
bon
de commande
διαφημιστικά έντυπα με στέλεχος παραγγελίας
taux des
bons
du Trésor,trois mois
επιτόκιο εντόκων γραμματίων δημοσίου,τρίμηνο
taux hebdomadaire des
bons
du Trésor
μέσο εβδομαδιαίο επιτόκιο έντοκων γραμματίων
taux moyen mensuel des
bons
du Trésor
μέσο μηνιαίο επιτόκιο έντοκων γραμματίων
Get short URL