Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Afrikaans
Arabic
Bulgarian
Chinese
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Scottish Gaelic
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Ukrainian
Uzbek
Terms
for subject
Finances
containing
Short
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
aggregated net
short
-position
συγκεντρωτικά στοιχεία όσον αφορά τις καθαρές αρνητικές θέσεις
benefiting in the
short
term from differences
επωφελούμαι βραχυπρόθεσμα από διαφορές
claims and liabilities arising from the very
short
-term financing mechanism and the short-term monetary support mechanism
απαιτήσεις και οφειλές που προκύπτουν από τον πολύ βραχυπρόθεσμο χρηματοδοτικό μηχανισμό και το βραχυπρόθεσμο μηχανισμό νομισματικής στήριξης
covered rate-wise by a
short
position in a futures contract
κάλυψη επιτοκίων με μια θέση short με σύμβαση επί προθεσμία
granting of
short
-term credits
χορήγηση βραχυπρόθεσμων πιστώσεων
mechanism for very
short
-term financing
πολύ βραχυπρόθεσμος χρηματοδοτικός μηχανισμός ; εξαιρετικά βραχυπρόθεσμη χρηματοδοτική διευκόλυνση
naked
short
sale
ακάλυπτη ανοικτή πώληση
naked
short
selling
ακάλυπτη ανοικτή πώληση
naked
shorting
ακάλυπτη ανοικτή πώληση
net
short
position
καθαρή θέση short
nominal
short
-term interest rate
ονομαστικό βραχυπρόθεσμο επιτόκιο
other sectors,
short
term
λοιποί τομείς
other
short
-term capital
λοιπά βραχυπρόθεσμα κεφάλαια
other
short
-term capital:net
λοιπά βραχυπρόθεσμα κεφάλαια:καθαρό
shift of
short
-term funds
μετατόπιση βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων
short
call
θέση πώλησης δικαιώματος αγοράς
short
call
πώληση οψιόν αγοράς
short
call position
πώληση οψιόν αγοράς
short
end of the market
αγορά βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων
"
short
form" audit report
σύντομη έκθεση ελέγχου
short
form mortgage
περίληψη υποθήκης
short
form prospectus
ενημερωτικό δελτίο εισαγωγής τίτλου
short
hedge
αντισταθμιστική θέση πώλησης
short
interest
συνολική ανοικτή θέση
short
position
θέση πώλησης
short
position
πτωτική θέση
short
position
θέση short
short
sale
ανοιχτή πώληση
short
-sea borders
θαλάσσια σύνορα μικρών αποστάσεων
short
selling
ανοιχτή πώληση
short
straddle
πώληση straddle
short
synthetic
συνθετική πτωτική θέση
short
-term arrangement
βραχυπρόθεσμη ρύθμιση
short
-term bank advance
τραπεζικές βραχυπρόθεσμες πιστώσεις
short
-term bond
βραχυπρόθεσμη ομολογία
short
-term borrowing
βραχυπρόθεσμο δάνειο
short
-term capital gain
υπεραξία βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων
short
-term capital movements
κινήσεις κεφαλαίων βραχυπρόθεσμα
short
-term capital movements
κινήσεις κεφαλαίων,βραχυπρόθεσμα
short
-term credit
βραχυπρόθεσμο δάνειο
short
-term debt instrument
μηχανισμός βραχυπρόθεσμου χρέους
short
-term debt securities
βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα
short
-term facility rate
επιτόκιο βραχυπρόθεσμης διευκόλυνσης
short
-term financing
βραχυπρόθεσμες χρηματοδοτήσεις
short
-term instrument
βραχυπρόθεσμος τίτλος
short
-term interest rate
βραχυπρόθεσμο επιτόκιο
short
-term interest rate
βραχυπρόθεσμα επιτόκια
short
-term interest rate differentials against Germany
διαφορές βραχυπρόθεσμων επιτοκίων έναντι της Γερμανίας
short
-term interest rates
βραχυπρόθεσμο επιτόκιο
short
-term investment
βραχυπρόθεσμη επένδυση
short
-term investments
βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα
short
-term liquid assets
βραχυπρόθεσμα ρευστοποιήσιμα στοιχεία του ενεργητικού; βραχυπρόθεσμα ρευστά
διαθέσιμα
στοιχεία ενεργητικού; βραχυπρόθεσμα ρευστά
περιουσιακά
στοιχεία
short
-term loan
πίστωση διαχείρισης
short
-term loan
βραχυπρόθεσμη πίστωση
short
-term loan
βραχυπρόθεσμο δάνειο
short
term market rate
βραχυπρόθεσμο επιτόκιο της αγοράς
short
-term monetary support
βραχυπρόθεσμη νομισματική υποστήριξη
short
-term money
βραχυπρόθεσμα χρηματικά ποσά
short
-term note
βραχυπρόθεσμος τίτλος
short
-term note
βραχυπρόθεσμα αξιόγραφα
short
-term note
βραχυπρόθεσμοι τίτλοι
short
term paper
βραχυπρόθεσμος τίτλος
short
-term paper
βραχυπρόθεσμα αξιόγραφα
short
term paper
βραχυπρόθεσμοι τίτλοι
short
-term rate
βραχυπρόθεσμα επιτόκια
short
-term rate
βραχυπρόθεσμο επιτόκιο
short
-term rates
βραχυπρόθεσμα επιτόκια
short
-term security
βραχυπρόθεσμοι τίτλοι
short
-term security
βραχυπρόθεσμος τίτλος
short
-term solvency ratios
δείκτες βραχυπρόθεσμης φερεγγυότητας
short
-term storage
αποθήκευση μικρής διάρκειας
subsidised
short
-term loan
βραχυπρόθεσμη επιδοτούμενη πίστωση
subsidised
short
-term loan
πιστώσεις διαχειρίσεως
subsidised
short
-term loan
επιδοτούμενα βραχυπρόθεσμα δάνεια
synthetic
short
position
συνθετική πτωτική θέση
synthetic
short
sale
συνθετική πτωτική θέση
take a long or
short
position
in a currency, etc.
αναλαμβάνω θέση long ή short
σε ένα νόμισμα, κλπ.
; αναλαμβάνω ανοδική ή πτωτική θέση
uncovered
short
sale
ακάλυπτη ανοικτή πώληση
uncovered
short
selling
ακάλυπτη ανοικτή πώληση
uncovered
shorting
ακάλυπτη ανοικτή πώληση
Very
Short
Term Facility
λίαν βραχυπρόθεσμη πιστωτική διευκόλυνση
very
short
-term financing facility
πολύ βραχυπρόθεσμος χρηματοδοτικός μηχανισμός ; εξαιρετικά βραχυπρόθεσμη χρηματοδοτική διευκόλυνση
very
short
-term financing mechanism
πολύ βραχυπρόθεσμος χρηματοδοτικός μηχανισμός ; εξαιρετικά βραχυπρόθεσμη χρηματοδοτική διευκόλυνση
very
short
-term financing mechanism
πολύ βραχυπρόθεσμος χρηματοδοτικός μηχανισμός
Get short URL