DictionaryForumContacts

   German
Terms for subject Finances containing Office | all forms | exact matches only
GermanGreek
back officeback office
back officeδιεκπεραίωση ανειλημμένων συναλλαγών
back officeτμήμα διακανονισμού χρηματιστηριακών συναλλαγών
Back-Office-Bereichτμήμα υποστήριξης
Back-Office-Bereichback-office
Family-Office-Anlageformφορέας διαχείρισης οικογενειακής περιουσίας
front officeαίθουσα συναλλαγών
Front-Office-Bereichδραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα σε χρηματιστηριακή αίθουσα