DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Finances containing After | all forms | exact matches only
EnglishGreek
after consulting the European Parliamentμετά από αίτηση γνώμης του Κοινοβουλίου
after date billσυναλλαγματική ορισμένης ημερομηνίας
after hours market curbμεταχρηματιστηριακή αγορά
after marketμεταχρηματιστηριακή αγορά
after-sight billσυναλλαγματική ορισμένης ημερομηνίας
constituent elements of the value of operations carried out after importationσυστατικά στοιχεία της αξίας των εργασιών που πραγματοποιούνται μετά την εισαγωγή
funds raised after swapsπόροι αντληθέντες μετά τις πράξεις ανταλλαγής
goods which, after another customs procedure has been applied, enter into home useεμπορεύματα που έχουν τεθεί σε κατανάλωση μετά από άλλο τελωνειακό καθεστώς
interim measures applicable after the unification of Germanyπροσωρινά μέτρα που εφαρμόζονται μετά την ενοποίηση της Γερμανίας
Joint declaration on transitional measures applicable to the budgetary procedure after the entry into force of the Lisbon TreatyΚοινή δήλωση όσον αφορά τα μεταβατικά μέτρα που θα εφαρμοστούν για τη διαδικασία του προϋπολογισμού μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας
payment after payment procedureδιαδικασία "της μιας πληρωμής μετά την άλλη"
share created after an exchangeμετοχή που εκδόθηκε σε αντάλλαγμα
special loans shall be repaid only after the other debts of the Bank have been settledτα ειδικά δάνεια εξοφλούνται μόνο μετά την απόσβεση των λοιπών χρεών της Tραπέζης
that State may, after consulting the other Member Statesτο Kράτος αυτό δύναται,αφού συμβουλευθεί τα άλλα Kράτη μέλη...
time limit after which dividend entitlement lapsesπροθεσμία παραγραφής των μερισμάτων
transaction unsettled after its due delivery dateσυναλλαγή που δεν έχει διακανονισθεί μετά την προβλεπόμενη ημερομηνία παράδοσης