DictionaryForumContacts

   Danish
Terms for subject Finances containing A | all forms | exact matches only
DanishGreek
A-aktieτίτλοι μετοχικού κεφαλαίου
A-aktieκοινή μετοχή
a conto-dividendeπροκαταβολή μερίσματος
a conto-dividendeπροσωρινό μέρισμα
a conto-dividendeπρομέρισμα
a conto-dividendeενδιάμεσον μέρισμα
a conto-udbytteενδιάμεσον μέρισμα
a conto-udbytteπρομέρισμα
a conto-udbytteπροκαταβολή μερίσματος
a conto-udbytteπροσωρινό μέρισμα
a dato vekselσυναλλαγματική ορισμένης ημερομηνίας
A/E-forholdetδείκτης ενεργητικού/μετοχής
A-postταχυδρομείο με χαρακτήρα προτεραιότητας
A-skatμισθοδοτική κατάσταση εργοδότη
a vista forretningerπράξη σε συνάλλαγμα αμέσως παραδοτέο
a vista forretningerσυναλλαγές τοις μετρητοίςσυνάλλαγμα
a vista forretningerσυνάλλαγμα τοις μετρητοίςσυναλλαγές
a vista forretningerπράξεις spot
a vista valutakursτιμή συναλλάγάτος όψεως
a vista valutakursτιμή τοις μετρητοίς
a vista valutakursτιμή spot
a vista-kursτιμή spot
a vista-kursτιμή συναλλάγάτος όψεως
a vista-kursτιμή τοις μετρητοίς
a vista-margenμέγιστη στιγμιαία απόκλιση
del Aμέρος A
fase Aστάδιο Α
Girobanken A/SΤαχυδρομική Τράπεζα, Α.Ε.
kreditinstitut i zone Aπιστωτικά ιδρύματα της ζώνης Α
kreditinstitutter i zone Aπιστωτικά ιδρύματα της Ζώνης Α
optage protest p.g.a.manglende acceptδιαμαρτύρηση για μη αποδοχή
optage protest p.g.a.manglende betalingδιαμαρτύρηση για μη εξόφληση
regel om erstatning til ruteflypassagerer, der afvises p.q.a. overbookningκανόνας αντιστάθμισης σε περίπτωση άρνησης μεταφοράς ορισμένου αριθμού επιβατών
tab p.g.a. opskrivningαπώλεια προερχόμενη από ανατίμηση
triple Aτριπλό Α
triple Aβαθμολόγηση τριπλού Α
zone Aζώνη Α
zone A-centralbankκεντρική τράπεζα της ζώνης Α