Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Russian
Terms
for subject
Economy
containing
εντός
|
all forms
Greek
English
διανομή των κερδών
εντός
του ομίλου
intra-group dividends
διανομή των κερδών
εντός
του ομίλου
intra-group distributions
δοκιμή
εντός
δείγματος
in-sample test
κινητές αξίες οι οποίες παρέχουν δικαιώματα ψήφου
εντός
μιας εταιρείας
transferable securities carrying voting rights in a company
μεταφορές
εντός
της ΕΕ
intra-EU transport
οι εταιρίες οι οποίες έχουν την κύρια εγκατάστασή τους
εντός
της Kοινότητος
companies or firms having their principal place of business within the Community
παρέμβαση
εντός
των ορίων ; παρέμβαση εντός των περιθωρίων
intra-marginal intervention
πληρωμή
εντός
της ΕΕ
intra-EU payment
συμβατική τιμή εκχώρησης
εντός
του ομίλου
transfer price
συμβατική τιμή εκχώρησης
εντός
του ομίλου
intercompany transfer price
συμβατική τιμή εκχώρησης
εντός
του ομίλου
inter-company price
συμμετοχή
εντός
του ομίλου
intra-group
inter-company
holdings
συναλλαγές
εντός
της Ένωσης
intra-EU trade
συντονισμένη παρέμβαση
εντός
των περιθωρίων
coordinated intra-marginal intervention
σχέση
εντός
της ΕΕ
intra-EU relations
τρέχουσες μεταβιβάσεις
εντός
του δημοσίου
current transfers within general government
υπηρεσίες
εντός
του εμπορικού τομέα
market services
Get short URL