Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Economy
containing
διατήρηση
|
all forms
Greek
English
διατήρηση
προσωρινώς υπεράριθμου προσωπικού για την αντιμετώπιση αυξημένων μελλοντικών αναγκών
labour hoarding
διατήρηση
προσωρινώς υπεράριθμου προσωπικού για την αντιμετώπιση αυξημένων μελλοντικών αναγκών
labor hoarding
διατήρηση
της αγοραστικής δύναμης
maintenance of purchasing power
διατήρηση
της απασχόλησης
job preservation
διατήρηση
της ειρήνης
peacekeeping
διατήρηση
της ρευστότητας
to
preserve the liquidity
διατήρηση
των αλιευτικών πόρων
conservation of fish stocks
διατήρηση
των φυσικών πόρων
conservation of resources
νομικώς μη δεσμευτική δήλωση αρχών για μια συναίνεση σε παγκόσμιο επίπεδο όσον αφορά τη διαχείριση, τη
διατήρηση
και την οικολογικά βιώσιμη εκμετάλλευση των κάθε τύπου δασών
Non-legally Binding Authoritative Statement of Principles for a Global Consensus on the Management, Conservation and Sustainable Development of all Types of Forests
πολυμερής συμφωνία για την απόκτηση ή τη
διατήρηση
της προστασίας
multilateral agreement on acquisition or maintenance of protection
χρήση του σήματος με σκοπό τη
διατήρηση
σε ισχύ της καταχώρισης
use of the trademark for the purpose of maintaining the registration
Get short URL