Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Afrikaans
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Chinese simplified
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Finnish
French
Galician
German
Greek
Hebrew
Hungarian
Icelandic
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Serbian Latin
Sesotho sa leboa
Slovak
Slovene
South Ndebele
Southern Sotho
Spanish
Swati
Swedish
Thai
Tsonga
Tswana
Turkish
Ukrainian
Uzbek
Venda
Xhosa
Zulu
Terms
for subject
Economy
containing
stock
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
administration of
stocks
διαχείριση των αποθεμάτων
ageing capital
stock
γήρανση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού
buffer
stock
ρυθμιστικό απόθεμα
calculation of the
stock
of fixed capital goods at constant prices
υπολογισμός των υφιστάμενων αγαθών πάγιου κεφαλαίου σε σταθερές τιμές
capital
stock
εθνικό κεφαλαιακό απόθεμα
closing
stock
τελικό απόθεμα
Community
stock
κοινοτικά αποθέματα
economic contingency
stock
συγκυριακό απόθεμα
goods put into
stock
by their producers
αγαθά που αποθεματοποιούνται από τους παραγωγούς τους
growing
stock
αναπτυσσόμενοι κορμοί δένδρων
intervention
stock
απόθεμα παρέμβασης
joint
stock
company
εταιρία κατά μερίδια
minimum
stock
ελάχιστο απόθεμα
money
stock
χρήμα σε κυκλοφορία
money
stock
προσφορά χρήματος
money
stock
κυκλοφορούν χρήμα
preference share quoted on the
stock
exchange
πιστοποιητικό επένδυσης εισηγμένο στο χρηματιστήριο
private
stock
ιδιωτικό απόθεμα
public
stock
δημόσιο απόθεμα
public
stock
-holding for food security purposes
δημόσια αποθέματα για λόγους επισιτιστικής ασφάλειας
rebuilding of
stocks
ανασύσταση αποθεμάτων
recovery of
stocks
ανασύσταση αποθεμάτων
replacement of
stocks
ανασύσταση αποθεμάτων
rolling
stock
σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό
running-down of
stocks
μείωση των αποθεμάτων
stock
accounting
λογιστική υλικού
stock
accounts
λογιστική υλικού
stock
book
βιβλίο καταστήματος
stock
book
βιβλίο αποθήκης
stock
building
δημιουργία αποθεμάτων
stock
-building
σχηματισμός αποθεμάτων
stock
building
αποθεματοποίηση
stock
exchange
χρηματιστήριο αξιών
stock
-exchange listing
διαμόρφωση τιμών χρηματιστηριακών τίτλων
stock
-exchange transaction
χρηματιστηριακές εργασίες
stock
formation
δημιουργία αποθεμάτων; αποθεματοποίηση
stock
forming
δημιουργία αποθεμάτων
stock
forming
αποθεματοποίηση
stock
of fixed capital goods
υφιστάμενα αγαθά πάγιου κεφαλαίου
stock
of gold
διαθέσιμα σε χρυσό
stock
-piling
σχηματισμός αποθεμάτων
stock
records
λογιστική υλικού
stocks
held by certain market regulatory organisations
αποθέματα που κρατούνται από οργανισμούς για τη ρύθμιση της αγοράς
stocks
held by certain market regulatory organisations
αποθέματα που κατέχει το δημόσιο
stocks
held by users or by wholesalers or retailers
αποθέματα που κρατούνται από τους χρήστες,τους χονδρέμπορους ή τους λιανοπωλητές
surplus
stock
πλεονασματικό απόθεμα
value at purchasers'prices of goods put into
stock
by users
αξία σε τιμές αγοραστή των αγαθών που αποθεματοποιούνται από τους χρήστες
workers'
stock
ownership
εργάτες-μέτοχοι της επιχείρησης
world
stock
παγκόσμια αποθέματα
Get short URL